Σάββατο 23 Ιουνίου 2018

2 Μαρτίου 2015, καὶ ὥρα 1:39.
Ἆλλα πράματα ἔψαχνα νὰ βρῶ καὶ...τί ἆλλα ποὺ βρῆκα (κάπως ξεχασμένα).
* * *
Καλλίτερα un coeur νἆναι ouvert ou fermé.
Ἀγάπης ἔκφραση, style distingué:
Διάπλατη σοῦ δίνω τὴν καρδιά μου.
Σύ, τὴν ἀφήνεις comme il est,
mal fermé.

En expression d' amour, λόγια πικρά.
Δάκρυα ἐγκαίω στὴν καρδιά σου.
Κι' ὅμως τὰ βράδυα μας εἶναι γλυκά,
τρυφερά.

Βοήθεια! Σ' ἀγαπῶ...- pas de secours!
Κωμικὰ τραγωδοῦν οἱ καρδιές μας.
Μ' ἀγαπᾶς, σ' ἀγαπῶ! Est-il si lourd
ce beau jour?
Ἀθήνα 8 Ἰουλίου 1972.

* * *
Εἰς Διονύσιον Σολωμόν.
Καὶ εὐτυχὴς ἐγώ,
Δὲ σκιάζομαι θωριὲς θανογεννῆτρες,
Ὅσο λούωμαι σιμά Σου
Τ' ἄρωμά Σου
Τὸ αὐγινό.

Σ' τὸν οὐρανὸ
Τὶς ἀστραπὲς προστάζεις νὰ ἐγγίζω
Κ' ἐκεῖ ματιαντικρύζω
Τὸν ὕστερό μου Ἔρωτα
Μ' ἀστέρια του,
Ποὺ λέξες σου
'Γενῆκαν, Σολωμέ,
Ἄντρα πρῶτε
Κ' Ἕλληνα τρανέ!
Δάφνες
Καὶ πάλι δάφνες Σὲ στολίζω.
Κι' ἄ μὲ καιρὸ μαραίγνωνται,
Μὲ δάκρυα Σ' τὶς ποτίζω.
Ἀθήνα, 28 Μαΐου 1966.
* * *
Τὸ 10ο παραμῦθι,
ποὺ δὲν εἶναι

παραμῦθι.
Καθὼς περνοῦσαν οἱ μέρες μακρυά σου,
κάτι δὲν ἄφηνε τὴ ζωή μου
νὰ κυλήσει στὴν ἀσκήμια.
Ἦταν αὐτὸ ποὺ "ἔφυγε" ἀπὸ σένα.
Μὴ λυπᾶσαι. Δὲν ἔχασες τίποτα. Ὅλα βρίσκονται
μέσα στὴν ἁγνὴ ψυχή μου.
Ἡ παρθενιά σου,
ὁ Ζὰκ Πρβέρ,
οἱ βαθειὲς ἀνάσες σου,
τὰ δάκρυά σου,
τὰ τρεξίματά σου νὰ μὲ βρεῖς,
τὸ ἄρωμα κάθε πόρου
τοῦ κορμιοῦ σου,
οἱ στίχοι σου, οἱ θλίψεις σου, ἡ προσδοκία ἑνὸς παιδιοῦ,
οἱ φιλοδοξίες σου γιὰ μένα, γιὰ σένα...
Ὅλ' αὐτὰ ὑπάρχουνε,
στὸν Μαγικὸ Κόσμο τῆς Τέχνης μου.
Ἐκεῖ, θὰ τὰ βρίσκεις ἀθάνατα ξανά.
Μάθε πὼς ὁ Ἰάνης σου δὲν θὰ πεθάνει,
ὅπως δὲν πέθανε ὁ Λόρκα.
Ἡ ἀγάπη τὸν ἄγγιξε μὲ τὸ ραβδί της
καὶ τὸν ἔκαμε ὥριμο,
τὸν ἔκαμε ἄντρα.
Μὴ λυπᾶσαι. Δὲν ἔχασες τίποτα, ὡριμάζεις καὶ καλὸ θά 'ναι νὰ μὴ γίνεις πάλι "παιδί".
Νὰ δἐχεσαι τὴ ζωὴ ὅπως εἶναι,
νὰ τὴν κάνεις τέχνη ὅπως ξέρεις.
Ἐσύ,
μιὰ μέρα θὰ βγάλεις ἀπ' τὰ σπλᾶχνα τὸ βλαστάρι σου.
Αὐτὸ εἶναι ἡ ἀνώτερη δημιουργία στὴ Γυναίκα.
Αὐτὸ εἶναι ἡ πρώτη ἀφορμὴ Μοναξιᾶς στὸν ἄντρα.
Ἄν δὲν ἤμουν καλλιτέχνης, δὲ θἄθελα νἄμουνα ἄλλου εἴδους δημιουργός.
Θὰ λυπόμουνα ποὺ δὲ θἄμουνα γυναίκα νὰ γεννήσω παιδί.
Ἀλλὰ ἔτσι, εἴμαστε μιὰ χαρά.
Ἔχουμε τὰ βιβλία μας.
Θὰ γεννήσουμε παιδιά. Θὰ γεννήσουμε τέχνη.
Θὰ σ' ἀγαπῶ.
Θὰ μὲ καμαρώνεις.
Ἄν συνεχίσεις τὸ μπαλέτο, ἄν καλλιεργήσεις τὶς γραφικές σου τέχνες,
θὰ κάνεις κάτι σωστό. Νά τα ὅλα ἐξηγημένα.
Δὲ βιαζόμαστε. Οἱ σκοποί μας θὰ προχωρήσουν κάπως ἀργά.
Παράλληλα θὰ χαιρόμαστε: ἄν πᾶμε στὴν Κέρκυρα μαζύ; Πῶς τὸ βλέπεις αὐτό;
Περιμένω ν' ἀγκαλιαστοῦμε. Θὰ σὲ λούσω μ' Αὐγουστιάτικους χυμοὺς
καὶ ἥλιο.
Θέλω ν' ἀγγίξω μὲ τὰ χείλη μου καὶ πάλι
τὴ γύρη σου.
"Τὸ χέρι μου,
ἡ διάφανη αἰωνιότητα τοῦ ὀνείρου σου.
Τὸ ὄνειρό μου,
ἡ διάφανη αἰωνιότητα τοῦ χεριοῦ σου".

Ἀθήνα, Αὔγουστος 1968.
Λίγες μέρες μετά, χωρίσαμε στὰ δυὸ γιὰ πᾶντα,
τὸν πρῶτον ἔρωτά μας.

Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.
~~

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου