Τρίτη 12 Ιουνίου 2018

13 ‘Ὀκτωβρίου 2012, καὶ ὥρα 6:57.
ΚΛΙΝΟΣΟΦΙΣΤΗΣ γραψε: Δὲν χρειάζεται τίτλος - σιγὰ τώρα!...

Γίνεται πολὺς θόρυβος
γιὰ μία παράσταση στὸ θέατρο ΧΥΤΗΡΙΟ.
Δὲν ξέρω πολλὰ οὔτε θέλω νὰ μάθω, ἤδη κατάλαβα.
Τέτοια φαινόμενα ἔχουν ἐπαναληφθεῖ - δὲς τὸν "Τελευταῖο Πειρασμό", ταινία μὲ θέμα ἀπὸ τὸ ὁμώνυμο μυθιστόρημα τοῦ Νίκου Καζαντζάκη.
Μοῦ ἔχει συμβεῖ κι' ἐμένα, στὴν Ἕνωση τῶν Νέων Ἑλλήνων Λογοτεχνῶν, ὅπου δύο φίλοι (δὲν ζοῦν πιὰ): Μαίρη Συνεσίου καὶ Δημήτρης Ἰωάννου (ἠθοποιοὶ) ἦρθαν νὰ διαβάσουν ποιήματα καὶ ἕνα θεατρικό μου.
Καὶ ξάφνου, μπρὸς στὰ μάτια μου, εἶδα τὸν ἆλλον - θεατρικὸς συγγραφέας, σοῦ λέει, τῆς ΥΕΝΕΔ, πεθαμένος τώρα - νὰ παροτρύνει τὸν κόσμο νὰ ξεσηκωθοῦν.
Πολλοὶ ὑπέρ, κάποιοι κατά, ἆλλοι δισταχτικοὶ νὰ τἄχουν χαμένα, κάπου 200 ἄτομα, μόνο ποὺ δὲν ἔγινε φονικό.
Εὐτυχῶς, ἤμουν ψύχραιμος. Πῆγα στοὺς δύο φίλους καὶ τοὺς εἶπα:
- Ὅταν οἱ λλοι σκοτώνονται γιὰ σένα, ἐσὺ πέτυχες!
Ὅταν πεθάνω κι' ἐγὼ θὰ κριθῶ. Τώρα, τὸ ξέρω, εἶμαι ὑπὸ ἑτοιμότηταν λογοκρισίας, ἕνας φυτιλανάφτης λείπει.
Πρέπει νὰ καταλάβουν οἱ ἄνθρωποι
πὼς μὲ φασιστικὰ μέσα καὶ μέτρα ἐνισχύουν τὴν ἐπιτυχὴ ἀναγνώριση τοῦ διωκομένου, ἔστω κι' ἄν αὐτὴ καθυστερεῖ ἤ μετετίθεται χρονικῶς.
Ἄν ὄντως ὁ διωκόμενος ἔχει ἤ ὄχι ἀξία, εἶναι ἄλλου παππᾶ εὐαγγέλιο.

Τὸ Πρῶτο Σκαλί.
Κωνσταντῖνος Καβάφης.

* * *
Εἰς τὸν Θεόκριτο παραπονιοῦνταν
μία μέρα ὁ νέος ποιητὴς Εὐμένης·
«Τώρα δυὸ χρόνια πέρασαν ποὺ γράφω
κ’ ἕνα εἰδύλλιο ἔκαμα μονάχα.
Τὸ μόνον ἄρτιόν μου ἔργον εἶναι.
Ἀλλοίμονον, εἶν’ ὑψηλὴ τὸ βλέπω,
πολὺ ὑψηλή τῆς Ποιήσεως ἡ σκάλα·
κι’ ἀπ’ τὸ σκαλὶ τὸ πρῶτο ἐδῶ ποὺ εἶμαι
ποτὲ δὲν θ’ ἀναιβῶ ὁ δυστυχισμένος.»
Εἶπ’ ὁ Θεόκριτος· «Αὐτὰ τὰ λόγια
ἀνάρμοστα καὶ βλασφημίες εἶναι.
Κι’ ἂν εἶσαι στὸ σκαλὶ τὸ πρῶτο, πρέπει
νἆσαι ὑπερήφανος κ’ εὐτυχισμένος.
Ἐδῶ ποὺ ἔφθασες, λίγο δὲν εἶναι·
τόσο ποὺ ἔκαμες, μεγάλη δόξα.
Κι’ αὐτὸ ἀκόμη τὸ σκαλὶ τὸ πρῶτο
πολὺ ἀπὸ τὸν κοινὸ τὸν κόσμο ἀπέχει.
Εἰς τὸ σκαλὶ γιὰ νὰ πατήσεις τοῦτο
πρέπει μὲ τὸ δικαίωμά σου νἆσαι
πολίτης εἰς τῶν ἰδεῶν τὴν πόλι.
Καὶ δύσκολο στὴν πόλι ἐκείνην εἶναι
καὶ σπάνιο νὰ σὲ πολιτογραφήσουν.
Στὴν ἀγορὰ της βρίσκεις Νομοθέτας
ποὺ δὲν γελᾶ κανένας τυχοδιώκτης.
Ἐδῶ ποὺ ἔφθασες, λίγο δὲν εἶναι·

τόσο ποὺ ἔκαμες, μεγάλη δόξα.»


Πάντως, θὰ ἦταν ἀστεῖο νὰ πᾶμε κάποιοι καλόγουστοι σὲ μιὰν ἐκκλησία, τὴν Κυριακή, καὶ νὰ κατεβάσουμε τὸν παππὰ ἀπὸ τὸν ἄμβωνα λόγῳ τῆς ξυνῆς του φωνῆς, τὰ παππαδάκια νὰ τιμωρηθοῦν γιατί σκάλιζαν τὴν μύτη τους κάποια στιγμή, τὸν ἐπίτροπο νὰ τὸν καρφοκοιτάξουμε ποὺ μετράει τὰ λεφτὰ τοῦ παγκαριοῦ μπροστὰ στὸν κόσμο, τὴν ἄλλη ποὺ γονατίζει καὶ φαίνονται τὰ μπούτια της - ἕνα κάρο κρέατα ἄσφαχτα... -
καὶ νὰ φωνάξουμε:
- Στόπ. Πᾶμε πάλι ὅλη τὴν σκηνὴ ἀπὸ κεῖ ποὺ τελειώνει ὁ ψάλτης!
Ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἔχουν πατήσει ποτέ τους στὸ θέατρο, ποὺ τὸ ξορκίζουν σὰν καταραμένο κι' ἄς μὴν ξέρουν (δὲν θἆταν δυνατὸν νὰ ξέρουν) τί συμβαίνει ἐκεῖ, νὰ θέλουν νὰ τὸ διαλύσουν.
Μὴν πῶ τώρα καὶ γιὰ τὴν παππαδιά, ποὺ τἄβαλε μαζύ μου, ὅταν ἡ κόρη μου, κάπου 14 χρόνων, εἶπε πὼς δὲν θέλει νὰ ξαναπάει στὸ κατηχητικό.
- Στὸ θέατρο ὅμως ἔρχεται καὶ ξέρει νἄρθει! μοῦ εἶπε ἡ παππαδιὰ.
- Τὸ θέατρο εἶναι πιὸ ἅγιο ἀπὸ τὴν ἐκκλησία σας, τῆς ἀπάντησα.
Κι' ἄλλωστε ἐκεῖνο ποὺ κατάφεραν ἦταν ἕνα τότε παππαδάκι (ὁ γυιός μου) νὰ μὴν θέλει οὔτε νὰ ξαναπατήσει σὲ ἐκκλησία.
Σὲ κηδεῖες, βαφτίσια, γάμους, ἄν εἶναι τόσο ἀπαραίτητο, πᾶμε ἀναγκαστικά. Δὲν θὰ τὸ ἀναλύσω περισσότερο, ὁ νοὼν νοείτω.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Θὰ ἤθελα νὰ κλείσω ἀλλιῶς: τὸ κείμενο τοῦ ὡς ἄνω ἐπιμάχου ἔργου δὲν τὸ ξέρω καὶ δὲν νομίζω πὼς θὰ τὸ μάθω!
Ξέρω ὅμως τοὺς ἀνθρώπους. Τὸ συναισθηματικὸ τομάρι μου εἶναι μὲ τὸ παραπάνω ἀργασμένο ἀπὸ τὴν συναναστροφή τους. Ὁ Θεὸς νὰ μὲ συγχωρέσει ἀλλὰ συχνὰ τείνω νὰ τοὺς σιχαθῶ ὁλότελα ἀλλὰ καὶ πάλι ξέρω πὼς εἴμαστε γεννημένοι ὅλοι γιὰ νὰ βασανίζουμε ὁ ἕνας τὸν ἆλλο, νὰ κολαζόμαστε λίγοι-λίγοι, γενιὰ πρὸς γενιὰ, γιατί αἰώνιο κολαστήριο, νὰ μᾶς χωράει ὅλους, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξει, θὰ ξεπερνοῦσε
τὰ ὅρια τοῦ σύμπαντος. Ὁ Παράδεισος ἀνέκαθεν ἐνοικιάζεται καὶ εἶναι καὶ θὰ παραμείνει ἄδειος. Καὶ τὸ χαράτσι του τὸ πληρώνουμε ὅλοι, ἰσοβίως. Δὲν ξέρω ἄν καὶ
ἰσοθανάτως. Διαγραφὴ χρεῶν καὶ προπατορικῶν ἁμαρτημάτων, ἡ μόνη λύση.
Λοιπόν,
* δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μᾶς ἐνδιαφέρει ἄν κάποιο πρόσωπο εἶναι ὁμοφυλόφιλο ἤ ὄχι, ἄν αὐτὸ τὸ πρόσωπο δὲν πρόκειται νὰ τὸ παντρευτοῦμε ἤ ὄχι:
* ἐξ οὗ φαίνεται πὼς μιλῶ μόνο γιὰ ὑπαρκτὰ, τώρα, ἄτομα ποὺ ἔχουμε σχέση μαζύ τους.
* δὲν μποροῦμε νὰ ξέρουμε ἄν ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, αὔριο τὸ πρωί, θὰ εἴμαστε αὐτὸ ποὺ εἴμαστε σήμερα, ἤμασταν χθές, χρόνια τώρα... - ἄν ξέρουμε ποτὲ τί εἴμαστε!
* δὲν μποροῦμε νὰ ξέρουμε ἄν ἐσύ, ποὺ χαμογελᾶς τώρα, πρὶν λίγο ἔκλαιγες γιὰ κάποιον λόγο γοερὰ κι' ἀπελπισμένα.
* οἱ ἄνθρωποι πρέπει νὰ κρίνονται μὲ βάση:
** τὸ καλὸ ποὺ κάνουν στοὺς ἄλλους,
** τὸ κακὸ ποὺ κάνουν στοὺς ἄλλους.

Ὁ ἔρωτας ἤ ἡ πράξη τοῦ ἔρωτα, ὅταν μοιράζεται σὲ δύο καὶ δὲν διαμαρτύρεται κανένας, γιὰ τίποτα, εἶναι κάτι καλό.
Σὲ ὅλα τὰ εἴδη(!) τοῦ ἔρωτα, τὰ στραβὰ καὶ οἱ γκρίνιες περισσεύουν ἀναρρίθμητα.
Αὐτὸ ἄς προσέχαμε ὁ καθένας γιὰ πάρτη του ἤ γιὰ φίλους ὅταν αὐτοὶ μᾶς τὸ ζητοῦν σὰν βοήθεια, συμπαράσταση.

Ἀλλὰ ποῦ!...
Νὰ γιατὶ τόση δυστυχία καὶ μοναξιά.
Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου