Σάββατο 2 Ιουνίου 2018

1 Νοεμβρίου 2008, καὶ ὥρα 6:03. Στὶς Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.
Τί ὡραῖο [= κάτι ποὺ εἶναι στὴν ὥρα του, δηλαδὴ ὥριμο], νὰ τὸ ἔχεις δίπορτο [= διπλὴ διέξοδος, διπλὴ ὠφέλεια], μιὰ νὰ μπαίνεις στὶς "Τύψεις" σου [μόνο καλλιτεχνικά] καὶ μιὰ στὶς "Κλινοσοφιστεες" σου [πάλι καλλιτεχνικά], νὰ περιφέρεις τὴν Μοναδικότητά σου [Ἰάνης ἀνεπανάληπτος, μέχρι τὸν ἀνεπανόρθωτο θάνατο] καὶ τὴν Μοναξιά σου [= τὸ νὰ ζῆς μόνος, χωρὶς ἀνθρώπους], νὰ ξέρεις πὼς δὲν πέρασες καὶ τόσο ἄσκοπα ἀπὸ τούτη τὴ ζωή [ὥσπου νὰ μὴν ὑπάρχει πλέον κανεὶς ποὺ νὰ τὸ ξέρει, - οὔτε ἐσύ], πὼς δὲν ξεφτύλισες τίποτα ἀπ' ὅσα βρῆκες, σοῦ δῶσαν, κατέχτησες, γεύτηκες, βαρέθηκες..., νὰ βάζεις τὴν λατρεμένη σου μουσικὴ καὶ νὰ μὴν χρειάζεσαι πιὰ κάποτε νὰ τὴν ἀκούσεις, νὰ βλέπεις τὸν ἥλιο καὶ νὰ τοῦ λές : - Δὲν μὲ θαμπώνεις πιά! ἀλλὰ παραμένω ἐραστής σου. Κανένας ἆλλος δὲν εἶναι ὡραῖος, Ἥλιε, σὰν ἐσένα! Ἐσὺ κάνεις τὰ πᾶντα ὡραῖα, δίνοντας ἀπὸ τὰ ἀνεξάντλητα περισσεύματά σου. Ἀγκάλιασέ με ὅπως πᾶντα! Φίλησέ με παντοῦ! Μὲ βλέπεις, χαμογελῶ πονηρά...Σὲ θέλω, χαζέ!... Δὲν εἶμαι ἀπὸ τοὺς γυμνοὺς ποὺ λαχταροῦν νὰ ντυθοῦν. Φοράω ἐσένα καὶ βγαίνω. Φοράω μόνον ὅ,τι μοῦ πάει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου