Τετάρτη 20 Ιουνίου 2018

19 Σεπτεμβρίου 2012, καὶ ὥρα 6:02.
Εικόνα * Κλινοτρικυμίες,
ἀπὸ τὸν
Ἰάνη Λὸ Σκόκκο.

γ ά τ α τσέπης, 2.



Τὰ ὄνειρα συνεχίζονται, κάθε νύχτα. Χωρὶς εἰκονογράφηση οὔτε στὸν ὕπνο του δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ σκεφτεῖ κάτι. Τρομερὸ νὰ φτιάχνεις ἐσὺ τὸ ὄνειρο καὶ νὰ μὴν ξέρεις ὄχι μόνο ποῦ θὰ καταλήξει καὶ πῶς, ἀλλὰ καὶ τί ἐξήγηση νὰ δώσεις στὸ ὄνειρο, ὅταν ξυπνήσεις. Προφανῶς, εἶναι καλλίτερα νὰ ὀνειρεύεσαι ξύπνιος.
Κουμαντάρεις τὰ πράγματα. Ἀρκεῖ μὴ σὲ πάρουν εἴδηση οἱ ἆλλοι πὼς ὀνειρεύεσαι - οὔτε κἄν ψιλὸ γαζί μὴν ἀφήσεις νὰ σὲ πάρει καὶ νὰ τὸ εὐχαριστηθεῖ κάποιος κακεντρεχής. Σήμερα ὅλα φασόν, ποὺ ξηλώνονται κι' εὔκολα, γίνονται τὰ δουλέματα. Ποιός θέλει νὰ τὸν δουλεύουν καὶ νὰ τοῦ πέσουν, ἔτσι στὰ καλὰ καθούμενα, τὰ ὄνειρα μαζὺ μὲ τὰ βρακιά;
Νὰ βλέπεις στὸν ὕπνο σου πὼς...ἔχεις δόντια (ἐνῶ δὲν ἔχεις - μὲ τὰ ψεύτικα κυκλοφορεῖς) καὶ πὼς ἕνα-δυὸ λείπουν κατάφατσα ἤ κάποιο πονάει καὶ πρήζεται καὶ οὐρλιάζεις καὶ... Αὐτὸ εἶναι καλὸ;
Καλὸ εἶναι νὰ περνᾶς ἀπὸ τὴν ὁδὸ Αἰόλου, νὰ βρίσκεις τὸν Αἴολο (γάταρος) ξαπλωμένο καὶ νὰ κάθεσαι λίγο νὰ τὸν χαϊδέψεις... Πὲς πὼς χαϊδεύεις ἕναν ἔρωτα ποὺ δὲν πρόλαβες ἤ ποὔφυγε μιὰν ὥρα ἀρχύτερα. Τὸ χάδι εἶναι πᾶντα χάδι, [πλύτιμο ἀνατρίχιασμα. Ἀπ' ὅποιον καὶ σ' ὅποιον. Μὲ λίγη ὀνειροφαντασία πάει καὶ ἐναποθέτεται κι' ἐκεῖ ποὺ θἄθελες. Ναί, πάει, - ληφθεῖ ἤ δὲν ληφθεῖ μἐ ὄρεξη καὶ ὅπως ἐσὺ θἄθελες καὶ ἐννοοῦσες. Ποτὲ δὲν ξέρεις τί λαμβάνει ὁ ἆλλος ἀπὸ σένα, ὅ,τι καὶ νὰ τοῦ δίνεις, ἀκόμα καὶ μὲ μάρτυρες μπροστά. Καλά, τί μοὖρθε τώρα νὰ πῶ γιὰ μάρτυρες; Αὐτοὶ κι' ἄν ἐξαγοράρονται.
Ἄσε, ὅπου ἀκοῦς πολὺ γιὰ πολλὴ ἠθικὴ ἀξίωση νὰ λές, ὅπως ἐγώ, ματσαμπουμποὺ! Τί θὰ πεῖ; Τρεχαγύρευε!...
Ἄχ, ὄνειρο, ποτάμι καθάριο. Ὄνειρο τοῦ ξυπνητοῦ. Ὁ καθένας μὲ τὴ γάτα ποὺ τοῦ ἀξίζει.
Ἕνα ξέρω ἐγά: γάτα χωρὶς Ἰάνη, ποτὲ στράτα δὲν κάνει - καὶ τοὔμπαλιν. Καὶ μὴ μοῦ πεῖτε ἐμένα πώς, ὄντας γέρος, ἄρχισα τὶς παροιμίες, γιατί ὥς τὰ τώρα αὐτὴ ἡ δῆθεν παροιμία δὲν ὐπῆρχε πουθενά. Καὶ εἶστε ἀγνὠμονες αὐτόπτες μάρτυρες τῆς ἀναβλύσεώς της, καὶ κορόιδα: αὐτὸ θὰ πεῖ ζωή· νὰ ξεπετάγεσαι ἀπὸ τὴν ὁδὸ...Ὁποιανἆναι, μ' ἕνα χάδι ἐκεῖ ποὺ ἕνα φθινοπωρινὸ φυλλοκᾶρδι σου πέφτει μαζὺ μὲ τὰ πρωτοδάκρυα τῆς νέας σαιζόν.
Τὸ πρῶτο τυχαῖο ζωάκι ποὺ θὰ ἀγγίξεις τρυφερά, σ' ἔχει σώσει. Τὰ χάδια ἀνεβαίνουν στὸν οὐρανὸ καὶ δὲν γίνονται σύννεφα ποτέ. Ὁ σινιὸρ Ἥλιος τὰ ζηλεύει· καὶ τὰ φυλάει στὴν γκαρνταρόμπα του. Ἔμ, νὰ γιατί ποτὲ δὲν φοράει τὶς ἴδιες λάμψεις, τόσες ποὺ μαζεύει ὁ τυχερός!
Κι' ἐπειδὴ χθὲς συγχύστηκα πολὺ - εἶδα Εἰδήσεις, τί θὰ θέλατε νὰ κάνω; - ξαναβάφτισα τὸν γατούλη μου, τώρα, πρὶν χρονίσει καὶ μοῦ ἀκυρωθεῖ τὸ θεῖον μυστήριο.
Καὶ σᾶς παρακαλῶ, ἄν ποτὲ βρεῖτε τ' ὡραιότερο γατάκι τοῦ κόσμου στὸν δρόμο, σκύψετε νὰ τὸ θωπεύσετε. Κι' ἄν, ἀφοῦ πρῶτα τὸ φωνάξετε Ριτορνέλο, ἀποκριθεῖ, νὰ ξέρετε πὼς ἦταν τὸ δικό μου. Χαϊδέψτε το μιὰ φορὰ παραπάνω. Δυὸ φορές. Τσάμπα εἶναι. Ἴσως ἔτσι νιώσω κάτι κι' ἐγὼ ἐκεῖ ποὺ θ' ἀναπαύομαι.

[Συνεχίζει ὡς: γάτα τσέπης, 3.
~~~~~~~~~~~~~~~~
Τὰ παραπλεύρως γατιάσματα:
...μακάρι νὰ ξυπνοῦσα ἔτσι!




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου