Δευτέρα 19 Μαρτίου 2018

...κατὰ λάθος σωστά.

  16 Ἰανουαρίου 2018 καὶ ὥρα 7:30
Κλινοσοφιστεῖες ἔμφραγμα,
- θεραπεύσιμον.

ὅπως τὸ 1948, στὸ σκαλοπάτι τῆς λωλο-Ρήνης!


Πῆρα τὴν ζωή μου κατὰ λάθος σωστά.
~
Τί ἀθάνατη διαίσθηση, ποὺ ἔχω!...Πρὶν ἀνοίξω τὸν Ὑπολογιστή, εἶχα ἕτοιμη τὴν ἀπάντηση,
χωρὶς νἄχω δεῖ τὴν ἐρώτηση!... Πήραμε τὴν ζωή μας λάθος.
Δὲν θὰ τὸ ἔλεγα, ἄν ὄντως, ἀκόμη καὶ ἐχθές, δὲν μοῦ συνέβαινε, γιὰ ἑκατομμυριοστὴ φορά,
νὰ διαπιστώσω - γιὰ κάποιο σύνηθες θέμα - πόσο ἄσχετος, ἀντιπαρασκηνιακός εἶμαι.
Ὄχι μόνον δὲν μπορῶ νὰ καταστρώσω συνωμοσίες
ἀλλά,
ἀκόμα καί ὅταν τὶς βλέπω, ὁλοφάνερα, νὰ ὑφαίνονται μπροστὰ στὰ μάτια μου, καὶ ἐναντίον
μου, παραμένω ἀνίκανος νὰ ἀντιδράσω, έξὸν καὶ ἄν, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἡ μάννα μου ἀπὸ τὴν ὁποία κληρονόμησα τὸν κρυστάλλινο χαρακτήρα της, ὀργισθῶ καὶ ἴσως ξεπεράσω τὰ ὅρια. Ὅταν θυμώνεις πολὺ καὶ εἶσαι μόνος, ξεπερνᾶς τὰ ὅρια καὶ χάνεις τὸ δίκηο σου, γιατί ὁ ἆλλος, ὁ φαῦλος, ἔχει ὑποστηρικτή, τὸν συνένοχό του, προστατεύει τὴν ἀπὸ κοινοῦ παληανθρωπιά τους.
Στὴ ζωὴ χρειαζόμαστε συνωμότες, νὰ μοιραζόμαστε τὰ μυστικά μας, γιὰ καλὸ ἤ γιὰ κακό.
Γιὰ κακὸ εἶμαι τελείως ἀνίκανος.
Ἡ κακία μου φτάνει ὥς τὸ σημεῖο νὰ βρίζω τοὺς ἀνορθόγραφους!
Δηλαδή, τί κάνει ἡ φοράδα στ' ἀλῶνι; Ἔ, αὐτό, ναί!...
Αὐτὸ τὸ μειονέκτημα δὲν τὸ ἀπέρριψα, δὲν τὸ ἀπέβαλα ποτέ, τὄχω στὸ αἷμα μου.
Σκέψου ὅτι, ὄχι μόνο στὴν καθημερινὴ ζωή, ἀλλὰ καὶ στὸ θέατρο ἔχω ὑποστεῖ χυδαιότατες ἐπιθέσεις, κι' ἐγὼ νόμιζα
* ἄλλοτε, πὼς μὴ μιλῶντας, μὴν ἀντιδρῶντας ἐγώ, κάποιοι θὰ βλέπαν(!) τὸ λάθος τους...
καὶ
* ἄλλοτε, πώς, ἐφ' ὅσον εἶχα δίκηο, αὐτὸ θὰ φαινόταν(!) περίτρανα.

Δὲν ξέρω ἄν μετάνιωσα ποὺ παραμένω ἴδιος καὶ ἀπαράλλαχτος.
Ἡ ζωὴ μοῦ άρέσει ἀκόμα καὶ τώρα. Μπορῶ νὰ πῶ: ὅλο καὶ πιὸ πολύ. Ὄχι, δὲν πῆρα τὴν ζωή
μου λάθος.
Ὑποψιασμένος γιὰ τὸν Κόσμο ἀπὸ πολὺ πρὶν πάω στὸ Νηπιαγωγεῖο, ἄλλοτε κλεινόμουν στὸν ἑαυτό μου καὶ ἐπεξεργαζόμουν τὴν συμπεριφορά μου πρὸς τὸ καλλίτερο, κι' ἄλλοτε
ἔφευγα μακρυὰ ἀπὸ τὸ κακό, παρατηρῶντας το καλά, νὰ μὴν μοῦ ξανατύχει καὶ πέσω μέσα.
Ὄχι, δὲν παριστάνω τὸν δάσκαλο τοῦ Κατηχητικοῦ.
Τὴν ζωή μου τὴν ἔζησα, τὴν τόλμησα.
Κατὰ καιρούς, ἀγαπήθηκα μὲ πάθος. Καὶ ἀγάπησα καὶ θύμωσα καὶ ποτὲ δὲν ἔπαψα ν' ἀγαπῶ τὰ ἴδια αὐτὰ ἄτομα, εἴτε, τώρα ποὺ μιλᾶμε, αὐτὰ ζοῦν εἴτε πέθαναν. Ἀμέτρητοι θάνατοι, πραγματικοὶ ἤ νοεροί. Ποιούς νὰ πρωτοκλάψεις;
Δὲν τὸ γελοιοποιῶ: ἀκόμα καὶ γιὰ γάτες - καὶ γιὰ τὴν Μπεμπίτσα, τὴν σκυλίτσα μου - κλαίω.
Ἕναν δὲν θὰ κλάψω ποτέ, δὲν θὰ προλάβω νὰ τὸν κλάψω:
τὸν ἑαυτό μου.
Πρὶν κλείσω κι' ὑπογράψω,
μοῦ ρίχνω καὶ μιὰ μούτζα κατάμουτρα.
- Βουαλά, μεσιέ!
Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου