Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2019

Τὸ πρῶτο κείμενό μου τῆς χρονιᾶς.
* * *
(Ἀντίγραφον):
Ἀπὸ μικρὸ παιδάκι εἶχα ἀντιληφθεῖ μὲ φρίκη τὸ τί συνέβαινε μὲ τὶς προκαταλήψεις κατὰ τῶν γυναικῶν. Κάπου 14 ἐτῶν, μεγάλος πιά, εἶχα ἀναλάβει τὴν ἀδελφή μου, 8 χρόνια μεγαλύτερη, νὰ τῆς δώσω θᾶρρος ὕστερα ἀπὸ δύο ἀρραβῶνες (ὁ δεύτερος ἦταν κάκιστος, ὁ πρῶτος δυστυχῶς πέσανε συμφέροντα καὶ κακοήθειες στὴν μέση... - κι' ἡ Φωτούλα τὸν ἀγαποῦσε ἀλλὰ κι' ἐκεῖνος ἦταν καλός). * Ὅταν πῆγα στρατιώτης, βρέθηκε μὲ προξενιὸ ὁ τρίτος, τὸ τέρας. Μπῆκε στὸ σπίτι μας καὶ ἁλώνισε. Ἡ ζωὴ τῆς Φωτούλας πλέον ἦταν μιὰ μακροχρόνια αὐτοκτονία. Τῆς λέγανε: <πιὸ καλὰ κακοπαντρεμένη παρὰ γεροντοκόρη>. * Μόνον ἡ μάννα μας κι' ἐγὼ ξέραμε τὴν καθημερινὴ τραγωδία... Ἀπορῶ πῶς δὲν τὸν σκότωσα. Ὁ "Γιάννης ὁ φονιὰς"" εἶναι σχεδὸν δικό μου τραγοῦδι. * Σκἐφτομαι πὼς χθὲς θἆταν ἡ γιορτή της, σήμερα ἡ δική μου, θὰ κάναμε - ἄν ζοῦσε - σὰν μικρὰ παιδάκια ἀπὸ χαρές. Τὸ σόι μας ἤμασταν ἀθῶοι ἄνθρωποι - σὰν τὴν Μπλὰνς ντὺ Μπουὰ θὰ ἔλεγα. Ὅλοι ρούφηξαν ἀπὸ τὸ αἷμα μας. Ἄν μποροῦσα νὰ προσευχηθῶ γιὰ τὴν ψυχή τους... * Δὲν πιστεύω σὲ τίποτα. Ἀκόμη καὶ τὸ Φέις-Μπούκ σας εἶναι γεμάτο κακία καὶ μίσος. * Γράφω γιατί ἔχω ἀνάγκη νὰ γράφω, χωρὶς αὐτὸ δὲν ζῶ καὶ γιατί δὲν θέλω πιὰ σχέσεις μὲ ἐκδότες, θιασᾶρχες καὶ κάθε λογῆς ἐργοδότες. Σήμερα, ὅσο πιὸ σκατὰ εἶσαι, τόσο πιὸ διάπλατες σοῦ ἀνοίγουν τὶς πόρτες. * Νὰ κλείσω ἔτσι: ἀγαπῶ μονάχα τὶς ἀθῶες γυναῖκες, σὰν τὴν μάννα μου, σὰν τὴν ἀδελφή μου, σὰν τὴν Μπλὰνς... Ὑπάρχουν πολλὲς. Ὑπάρχουν καὶ οἱ ἆλλες, οἱ βρωμοπουτανάρες στὴν ψυχή κυρίως. Αὐτὲς τὶς σιχαίνομαι. Δὲν μὲ ὑποχρεώνει ποτὲ κανεὶς νὰ λέω <γυναίκα νἆναι κι' ὅ,τι νἆναι>.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου