Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2019

Συνέχεια ἐκ τοῦ προηγουμένου.
-
    Τάκης Σπετσιώτης: πρέπει- αν καλοθυμάμαι- να ήταν γύρω στα 1968 που διάβασα μια μετάφρασή σας ''Ο Ανηθικολόγος'', του Αντρέ Ζίντ, στις εκδόσεις Κοράλι- την έχω ακόμη.


  • Yanis Lo ScoccoἈντιπαθῶ τὸν πληθυντικό. * Τί κακὸ κι' αὐτό: ὅλοι τὸν <Ἀνηθικολόγο> (1968) θυμοῦνται. Εἶναι πάντως γεγονὸς ὅτι ἔπαιξε σημαντικώτατο ρόλο στὴν ζωή μου: ξέκοψα ὁριστικῶς μὲ τὸ κατεστημένο, ἀνακάλυψα τὸ εὗρος τῆς ὡραιότητος τῆς ἑλληνικῆς καὶ τῆς γαλλικῆς γλώσσας, μαγεύτηκα ἀπὸ τὴν περίπτωση τοῦ Ἀντρὲ Ζίντ (ποὺ εἶχα κι' ἆλλες μεγάλες ἐπιτυχίες μαζύ του...), κάποιοι φίλοι θέλανε, τότε ποὺ τὸν μετέφραζα (σὲ 4 μῆνες, εἶχα διαβάσει καὶ ὅλα του τὰ ἔργα καὶ ἔγραψα σχετικὴ μελέτη μεγαλύτερη ἀπὸ τὸ μυθιστόρημα, δημοσιευμένη μαζύ), κάθε βράδυ νὰ ξημερωνόμαστε σὲ Καφενεῖα, Ταβέρνες, Αὐλὲς γιὰ νὰ τοὺς λέω τὰ νεώτερα ἀπὸ τὴν μετάφραση. Βέβαια, εἶχα λογοτεχνικὸ ἐνθουσιασμό, ἐγώ, ἀλλὰ καὶ...μεγάλη ἀπορία, ἐκεῖνοι, γιὰ τὴν περίπτωσή του, ποὺ ὁμολόγησε παγκοσμίως ὅτι ἦταν ὁμοφυλόφιλος. Περίμεναν ν' ἀκούσουν σκάνδαλο. Ἄκουγαν δυστυχῶς σκέψεις. Ἔνιωθα Πλάτων ἤ Σωκράτης. Ἔβλεπα τὸν φωτισμένο Παρθενώνα καὶ καμάρωνα. Ὅπως τώρα σιχαίνομαι ποὺ γεννήθηκα καὶ ζῶ σ' αὐτὴ τὴν ἀλλοδαπούπολη, ποὺ βρωμάει καὶ πρεζακίλα καὶ σκυλοσκατίλα. Βέβαια, ἡ μετάφραση πρέπει νὰ ἦταν ὄντως καλή. Πολλοὶ ταύτιζαν - κι' ἄς μὴν μέ ξέρανε - τὸν Ζὶντ μὲ μένα (ἤ ἐμένα μὲ τὸν Ζὶντ) καὶ μία πωλήτρια (μὲ δόσεις δίνονταν τὰ 5 διαφορετικὰ βιβλία) τῶν ἐκδόσεων Κοράλι (ἄς μὴν πῶ ἆλλα γι' αὐτήν) μὲ πρόσβαλε ἀρκετὲς φορές, λέγοντας ὅτι "ντρεπόταν" ποὺ τὴν ρωτούσανε, λέει, οἱ πελᾶτες: ὅτι γιὰ νὰ ἔχω κάνει τόσο καλὴ μετάφραση ἑνὸς ὁμοφυλόφιλου συγγραφέα, κάπως...ὁμοφυλόφιλος θὰ εἶμαι κι' ἐγώ! Ἐκεῖνα τὰ χρόνια συνειδητοποίησα πόσο ἀνόητοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι καὶ τί κρυφὸ μαράζι δέρνει τοὺς Ἕλληνες μὲ τὰ σεξουαλικά. Ὥς τώρα, δὲν κατάφεραν νὰ μὲ πείσουν ν' ἀλλάξω γνώμη.
Ὅ,τι καὶ ἐγὼ μὲ τὴν Φυσικὴ καὶ τὴν Χημεία. Στὴν Ἔκθεση δὲν ἤμουν καθόλου εὐπρεπής, καθόλου "μαθητικός", ἀντισυμβατικὸς πέρα γιὰ πέρα, μὴν πῶ καὶ ἀνορθόγραφος - ἡ χαρὰ τῆς ἐκδικήσεώς σας νὰ σᾶς τὸ ἐξομολογοῦμαι (ἀλλὰ μόνον ὥς τὰ 17 μου, γιατί, βλέποντας τὰ δημοσιεύματά μου, διορθωμένα, γλυκάθηκα καὶ ἐκτίμησα καὶ τὴν Ὀρθογραφία). Ἔπαιρνα 20 πᾶντα, ὅπως καὶ στὰ Γαλλικά, 20, γιατί ὅ,τι ἔγραφα εἶχε χάρη, πρωτοτυπία, θᾶρρος καὶ πνοή. Ἄν προσθέσετε κι' ἕναν ἔρωτα, τὸν πρῶτο ποὺ μοῦ ἔλαχε (ἀκολούθησαν ἆλλοι 4 πολύχρονοι), μὲ χίλιους πολέμους καὶ τρομοκρατήσεις ποὺ μοῦ ἔγιναν (φτωχὸς νὰ ἐρωτευτεῖ μὲ πλουσιοκόριτσο,  "ἑλληνικὴ ταινία" χωρὶς μπουζούκια ἀλλὰ μὲ Χατζιδάκι καὶ γαλλικὰ τραγούδια - ἔπρεπε νὰ χτυπηθεῖ ἀνελέητα: στὸ σπίτι του, στὸ Σχολεῖο του, στὴν ἐφημερίδα "Βραδυνή", στὴν "Διάπλασι τῶν Παίδων"), -  θὰ καταλάβετε τότε καὶ γιατί ἕνας κάποτε ἀπὸ τοὺς πρώτους μαθητὲς κατάντησε τελευταῖος. Ἐντελῶς τελευταῖος. Τελευταῖος δὲν θὰ πεῖ τίποτα. Παρέδιδα καθημερινῶς στὶς ἐξετάσεις  ἄσπρη κόλλα: σὲ ὅλα τὰ μαθήματα, ἐκτὸς ἀπὸ Ἔκθεση καὶ Γαλλικά:  τουζοὺρ 20. Ὡστόσο, στὸ Γράψιμο, στὰ Γαλλικὰ καὶ στὸν Ἔρωτα, Καλὸ Σχολικὸ Σύστημα βρῆκα, μετὰ ἀπὸ στρατιώτης κυρίως, στὸ Γαλλικὸ Ἰνστιτοῦτο Ἀθηνῶν. Μόνον ἐκεῖ. Μὲ δύο ἐξαιρέσεις στὸ Γυμνάσιο: ὁ ἱστορικὸς τοῦ Νεο-Ἑλληνικοῦ θεάτρου Γιάννης Σιδέρης, ποὺ ἀνακάλυψε ὅτι ἔχω ταλέντο στὸ γράψιμο [" - Δύο ἐκλεκτοὺς μαθητὲς εἶχα στὴν ζωή μου" ἔλεγε, "τὴν Βουγιουκλάκη καὶ τὸν Λὸ Σκόκκο"], καθὼς καὶ ὁ φιλόλογος Γεώργιος Παπανδρεόπουλος ποὺ μὲ κράτησε ἰδιαιτέρως γιὰ νὰ μοῦ πεῖ στὸ διάλειμμα: " - Ἐσύ, ἔχεις πολλὰ νὰ δώσεις στὰ Γράμματα. Οἱ ἆλλοι ἐδῶ μέσα εἶναι κνώδαλα. Θὰ σὲ βοηθήσω ὅσο μπορῶ]. Καί, ὅταν ἔγινα τυχαίως μεταφραστής, τὸ 1968, τέτοιον καιρό, ὁ ἰδανικὸς  στόχος μου ἔγινε ἡ Ἑλληνικὴ Γλώσσα. Μεταφραστὴς σημαίνει ἀγαπάω πάνω ἀπ' ὅλα τὴν Γλώσσα μου καὶ θέλω νὰ τὴν περιποιοῦμαι. Ἐπίσης, στὴν Δραματικὴ Σχολή, ἐξάσκησα καὶ τὴν Ὀρθοφωνία μου. Ὁ κάποτε ἐγὼ ντροπαλὸς νέος, ποὺ δὲν ἀκουγόταν, ὅταν σοῦ ἔλεγε κάτι, τώρα καὶ ψιθυριστὰ νὰ σοῦ μιλοῦσε, ἤξερε ν' ἀκούγεται καὶ δίπλα σὲ φασαρλήδικο  ἀεροπλάνο καὶ νὰ μὴ βρεθεῖ ἕνας νὰ πεῖ: - Τί λέει; Στὴν Αἴρ Φρὰνς ἐξάσκησα, ἐπὶ 4 χρόνια, τὴν ὁμιλία μου, δύο μέτρα δίπλα σὲ κάθε ἀεροπλάνο. Μιλῶ, ἀπὸ τότε, στὴν Ἀθήνα καί, ἅμα θέλω, ἀκούγομαι, φυσιολογικά, στὸν...Πειραιᾶ. Παραδίδοντας ἰδιαίτερα μαθήματα (ἑλληνικά, γαλλικά, ὑποκριτική), μιὰ ζωὴ ὁλόκληρη, πρώτη μου ἔγνοια ἦταν νὰ μὲ καταλαβαίνουν, ἀκόμα καὶ στὶς σιωπές μου. Μία ματιά μου = χίλιες λέξεις. Αὐτὸ τὸ τελευταῖο μοῦ τὸ ἔμαθε καὶ ὁ Ἔρωτας (μὴν πῶ ὅτι τοῦ... τὸ ἔμαθα κι' ἐγώ, ὅποτε δὲν τὸ ἤξερε κι' ὁ ἴδιος ἀλλὰ τὸ χρειαζόταν). Αὐτά, γιὰ νὰ καταλάβουν, ὅσοι θέλουν, γιατί μισῶ ὅσους εἶναι ἀνορθόγραφοι, ξενομανεῖς καὶ κακοὶ ὁμιλητές. Ὅταν λέω Ἀλλοδαπ'-Ἕλληνες αὐτοὺς (πολλοὺς ἀπὸ σᾶς) ἐννοῶ. Καὶ μόνον ἐλάχιστα σᾶς συγχωρῶ γιὰ τὴν διακόρευση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Ἄνθρωπος Ἀγράμματος (καὶ μὲ σπουδὲς Λυκείου ἤ Πανεπιστημίου ἐγχωρίου), ξύλο ἀπελέκητο.

ὙστερόΓατο!
Ἀφορμὴ ἡ ἀνάρτηση τοῦ

Ο ΤΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΕΞΙΣΩΣΕΩΝ 

Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2019

Ἀθηναϊκὲς Ἐπιστολές

(τοῦ Ἰάνη Λὸ Σκόκκο)

Ἡ μέση ἐκπαίδευση.

Ἐφημερίδα “Πρωινή τῆς Δευτέρας”, Βόλος, 5.6.1978.
~

Πᾶντα μου θαύμαζα τοὺς Ἀλεξάνδρους Δουμᾶ (πατέρα καὶ γυιό). Ὁρῖστε τί ἔλεγε ὁ γυιός: “Πῶς γίνεται κι’ ἐνῶ τὰ παιδάκια εἶναι τόσο ἔξυπνα, οἱ περισσότεροι μεγάλοι εἶναι τόσο κουτοί;” Μαζύ του θἄπρεπε νὰ ἀναρωτηθοῦμε, τώρα, ὅλοι μαζύ, ἐμεῖς, γιὰ τὸ ἴδιο αὐτὸ πρᾶγμα. Ὁ Δουμᾶς δίνει καὶ μίαν ἀπάντηση βέβαια (γι’ αὐτὸ καὶ τὸν παραδέχομαι): “Σίγουρα φταίει ἡ ἐκπαίδευση!” μᾶς λέει.
Ποιά θὰ ἦταν ἄραγε ἡ ἰδανικὴ – ἐκείνη ποὺ δὲν θὰ ἔβγαζε κουτοὺς ἀνθρώπους – ἐκπαίδευση; Γιατί μᾶς βεβαιώνει ὁ Λάιμπνιτς ὅτι “ἡ ἐκπαίδευση μπορεῖ τὰ πᾶντα: κάνει καὶ χορεύουν οἱ ἀρκοῦδες”;
Κι’ ὁ νοῦς μου τρέχει ἀκόμη καὶ στὸν Ζὰν Ροστάν: “Ἀποκτοῦμε μὲ τὴν ἐκπαίδευσηἐφήμερες γνώσεις καὶ σταθερὲς ἀπέχθειες”. Αὐτὸς ὁ Ροστάν, εἶπε νομίζω τὰ πιὸ σωστὰ πράγματα.

Ἀφορμὴ γιὰ τὴν κουβέντα μας ἦταν ὅμως ἡ πανελλαδικὴ ἀναστάτωση ποὺ ὑπάρχει στὰ σχολεῖα μας. Καὶ ἄς μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ σταθῶ λίγο μόνον στὴν μέση ἐκπαίδευση, γιατί αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ ἀπαραίτητη γιὰ ὅλους, σύμφωνα μὲ τοὺς νόμους. Οἱ νόμοι καλὰ τὰ λένε. Οἱ πράξεις ὅμως; Κάθε μέρα διαβάζουμε στὶς ἐφημερίδες γιὰ ἀπεργίες τῶν καθηγητῶν καὶ μάλιστα – τὸ χειρότερο – κατὰ τὴν περίοδο τῶν ἐξετάσεων στὸ τέλος τῆς σχολικῆς χρονιᾶς. Εὐθύς, σὰν ἀπὸ ἠλεκτροπληξία, γονεῖς καὶ μαθητές, καίγονται, φλέγονται, κοντεύουν νὰ τρελλαθοῦν: ἕνας χρόνος χαμένος, ἔξοδα, ἀπογοητεύσεις, καρδιοχτύπια... Μετά, ἡ “ὑπόσχεση” γιὰ τὴν ἀπεργία παίρνεται πίσω. Ἡ ψυχικὴ ὀδύνη πέρασε. Πέρασε; Μήπως πάλι συμβεῖ τίποτα αὔριο, μεθαύριο;

Ὁ κάθε φτωχὸς πατέραςγράφει τὸ παιδί του στὸ Φροντιστήριο, γιὰ νὰ τὸ κάνει δυνατό, ὅσο γίνεται πιὸ δυνατό, ὥστε ὁ μαθητὴς νὰ εἶναι ἐξοπλισμένος, τόσο ποὺ νὰ μὴν φοβᾶται τίοοτα. Καὶ πληρώνει τὴν δωρεὰν παιδεία χρυσή. Γιὰ νὰ μὴν πῶ πὼς τὴν πληρώνει προπαντὸς μὲ τὸ αἷμα, τὸν ἱδρώτα καὶ τὸ ἆγχος του.
Ἔπρεπε ὅμως νὰ ὑπάρχουν φροντιστήρια; Καὶ πόσα; Καὶ γιὰ ποιούς; Νομιζω πὼς ὅλοι ξέρουμε τὴν ἀπάντηση. Σὲ κάθε δέκα γυμνάσια καὶ λύκεια θὰ μποροῦσε νὰ ἀντιστοιχεῖ ἕνα φροντιστήριο, γιὰ τὸν ἀδύνατο μαθητή, γιὰ κεῖνον ποὺ δὲν ἔχει γύρω του κάποιον ποὺ νὰ ξέρει νὰ τὸν βοηθήσει σὲ μιὰ δύσκολη στιγμή. Ὅμως ὑπάρχουν ἕξη φροντιστήριαγιὰ δύο γυμνάσια. Μόνο στὴν Ἑλλάδα αὐτό.
Καί ὅμως, δὲν εἶναι τόσα... πολλὰ χρόνια ποὺ κι’ ὁ ὑποφαινόμενος βρισκόμουν στὰ θρανία. Ἕνας Γιάννης Σιδέρης (ὁ ἱστορικὸς τοῦ Νεο-Ἑλληνικοῦ Θεάτρου) καὶ ἕνας φιλόλογος, ὁ Γεώργιος Παπανδρεόπουλος, εἶναι ὅ,τι πιὸ ἄξιο συναντήσαμε οἱ συμμαθητές μου κι’ ἐγὼ στὸ ἑξάχρονο γυμνάσιο. Στὴν ἄλλη ὄχθη, στὴν κακή, ἦταν πάνω ἀπὸ εἴκοσι κακοὶ καθηγητές. Τὰ ἴδια παράπονα ἔχουν καὶ οἱ σημεινοὶ μαθητές.

Ὤ, φίλοι μου, δὲν ξέρω τί νὰ πῶ. Μπορεῖ νὰ ἔχουν δίκηο οἱ καθηγητὲς ποὺ ζητοῦν μισθοὺς καὶ ἆλλα, - ὅμως, ὄχι, πεῖτε μου ἄν ἔχω ἄδικο, πρέπει πρῶτα νὰ κοιτάζουν τὸ λειτούργημά τους, ν’ αὐτοθυσιάζονται, νὰ συμβαλλουν στὴν μείωση τῶν φροντιστηρίων, στὴν ἀνάπτυξη τοῦ πνεύματος τῶν παιδιῶν καὶ μετὰ... ἄς ἀπεργήσουν. Ποιός θὰ διαφωνοῦσε τότε; Ἀλλὰ καὶ τώρα, ἀνοιχτά, κανένας δὲν διαφωνεῖ. Ἀντίθετα, παίρνουν ὅλοι τὸ μέρος τους. Ὡραῖα λοιπόν, μόνος μου τὸ λέω, μόνος μου (ἄν καὶ δὲν τὸ εὔχομαι) τ’ ἀκούω: οἱ καθηγητὲς ν’ ἀλλάξουν τοὺς καθηγητές. Γιὰ νὰ μὴν ξανἄρθουν τετρακόσια χρόνια καὶ κρυφὰ σχολειά (πόσες συγκινητικὲς σκέψεις προκαλεῖ τὸ Κρυφὸ Σχολειό) καὶ νὰ μὴν βρισκόμαστε διαρκῶς στὸ πρῶτο, τὸ κάτω-κάτω συνήθως, σκαλοπάτι. Κρυφὸ Σχολειό, τότε.
Φανερὴ ἐξέλιξη αὔριο, ἀπὸ σήμερα κιόλας. Ἄς βοηθήσουμε ὅλοι μαζύ.


Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2019

Ἡ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ὡς γυνὴ ἐλαφρῶν ἠθῶν; Οὐδεπόποτε!...
----
...Ἵνα μὴ μεταφέρεται ἀπὸ ἀγκάλην εἰς ἀγκάλην, ἀπὸ μεθαύριο, θὰ εἶναι ἐρωμένη, σύζυγος, μήτηρ κι' ὅλες οἱ ἀπολαύσεις, εὐμένειες, εὐτυχίες ποὺ παρέχονται ἐκ γυναικῶν πρὸς ἄνδρας καὶ γυναῖκας, πάσης ἡλικίας, τῶν Σκοπιανῶν.
Οἱ Ἕλληνες γονεῖς της ἠξιώθησαν καὶ τὴν ὑπανδρεύουν, μὲ προπαραδοτέαν τὴν πλουσίαν προίκαν της, μὲ τὰ ὅλα της, καθὼς καταμαρτυρεῖται. Νύφη Ζηλεμένη. https://www.youtube.com/watch?v=2QCHRIEF7pM
[Ἄν τὄξερε ὁ Μάνος Χατζιδάκις θὰ μὲ ἀφόριζε, μὴν πῶ θὰ μὲ κατακομμάτιαζε - ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι τὸ μόνον καλὸν τῆς ὑποθέσεως ποὺ δύναμαι νὰ ἰδῶ].
Σὲ 10 (καθὼς ἐλέχθη) ἤ καὶ λιγώτερα χρόνια, τὸ Πιστοποιητικὸν Ἀδιαζεύκτου Γάμου θὰ ἀπολαμβάνει καρποὺς εὐλογημένης νομιμότητος τῆς λήθης. Τὰ Βιβλία θὰ ἔχωσι παραχαράξει ἐξόχως τὴν παλαιὰν Ἱστορίαν καὶ θὰ ἰσχύει ἡ νεωτέρα καὶ ἐνδοξωτέρα, μηδενὸς λόγου γενομένου πλέον διὰ τὴν παλαιάν.
Ἐν Ἀλλοδαπ'-Ἑλλάδι, ὅστις ἀνασκαλεύει τὰ παλαιά, θὰ θεωρεῖται αὐτοδικαίως φασίστας καὶ κάκ-ὄλντ/cuckold/κερατὰς (στὰ ἀγγλικὰ ὁπωσδήποτε, - χεσμένων παντελῶς τῶν ἑλληνικῶν, ἅπερ κατεσπάραξαν ὅ,τι ἀμορφωτότερον εἶχεν νὰ ἐπιδείξει ἡ Ἀνθρωπότης), ὁπότε καὶ πᾶς "μάλαξ" (<---- παγκόσμιος ὅρος εἰδικῆς ἑλληνοπαγκοσμίου ἰδαιτερότητος) δὲν θὰ λαμβάνει "μέρισμα", ἄνεργος ἰσοβίως ὤν, στερούμενος καὶ τῆς οἰκίας αὐτοῦ, εἰ τυχὸν ἔχῃ, ἵνα ἀποδοθῇ αὕτη τοῖς ἀλλοδαποῖς γενομένοις Ἕλλησι διὰ τοὺς τύπους.

Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2019

Εἶχα μόνο σὲ ἀποκόμματα ἐφημερίδας, ἀπὸ τὴν "Βραδυνή", 1964, σὲ 4 συνέχειες, τὸ διήγημά μου <Ἄχ, μικρό μου μελαγχολικὸ φάντασμα!...>, ποὺ τὸ θεωρῶ τὸ καλλίτερό μου καὶ ὡς ἕνα εἶδος σουρρρεαλιστικῆς ψυχικῆς μου αὐτοβιογραφίας, μέχρι καὶ τώρα καὶ ὥσπου νὰ πεθάνω. Τρεῖς συμμαθητές μου ζωγράφισαν κάτι ἐμπνευσμένο ἀπ' αὐτό. Μοῦ ἔχει ἀπομείνει μόνον ὁ πίνακας, σὲ κᾶδρο, <ἡ Νεράιδα μὲ τὸ Φάντασμα, στὸ δάσος, τὴ νύχτα>, τοῦ Γιάννη Φωτιάδη, φίλου, ποὺ πέθανε ἀπὸ τὰ 40 μας. Τὰ ἀποκόμματα αὐτά, κάπου πρέπει νὰ βρίσκονται στὸ σπίτι, ἀλλὰ ποῦ; Ἐννέα βιβλιοθῆκες καὶ πέντε τεράστιες στίβες χαρτιὰ δὲν ψάχνονται εὔκολα. Τὸ εἶχα ἀντιγράψει, γιὰ νὰ τὸ διασώσω, πρὶν χρόνια, στὸ Φόρουμ.γκρ, τὸ ὁποῖο πέρυσι καταργήθηκε... κι' ἀπ' ὅπου, ὡς ἐκ θαύματος, διέσωσα μὲν χίλια-δυὸ ἆλλα κείμενά μου ἀλλὰ ὄχι καὶ αὐτό, μαζὺ μὲ ἆλλα. Ἕναν χρόνο μὲ ἀπασχολεῖ αὐτὸ τὸ ψάξιμο, ποὺ δὲν ἔχω καιρὸ καὶ κουράγιο νὰ τὸ κάνω. Πρωί, μεσημέρι, βράδυ, αὐτὸ ἔχω στὸν νοῦ μου. Πῶς παραμέλησα κάτι τόσο δικό μου, τῆς ψυχῆς μου; Ἀφοῦ ἤξερα πὼς ἡ καρδιά μου βρισκόταν ἀνέκαθεν σὲ συναισθηματικὴ ἐπικίνδυνη δοκιμασία, πῶς δὲν φαντάστηκα πὼς μιὰ μέρα καὶ θὰ λύγιζε καὶ δὲν θὰ εἶχα ὄχι μόνο τὴν δύναμη νὰ σκύβω ἀλλὰ καὶ ἄνθρωπο νὰ μοῦ συμπαρασταθεῖ; Ὅταν βγαίνω στὸν δρόμο, κανένας δὲν καταλαβαίνει ὅτι ὑποφέρω. Ἄνετος, σαχλαμαράκιας, μὲ ξεκούραστη ὄψη. Ἀναρωτιέμαι ἄν καὶ ὁ γάτος μου μὲ περνἀει γιὰ καλά!... Σιχαίνομαι νὰ μὲ λυποῦνται. Ἀλλὰ καὶ νἄθελα ποτὲ νὰ μὲ λυπηθοῦν, δὲν ὑπάρχει ἐλπίδα καμιά: οἱ ἄνθρωποι, γύρω μου, προτιμοῦν νὰ βροῦν ἕνα στραβοπατηματάκι μου, ἄνευ ἀξίας καὶ ἀνάξιο ὑποψίας, γιὰ νὰ μὲ καταδικάσουν καὶ νὰ μοῦ πετάξουν τὴν περιφρόνησή τους, γιὰ πᾶντα. Ἔτσι ἀρχίζουν νὰ ὑπάρχουν. Συνηθισμένα τὰ βουνὰ στὰ χιόνια ὅμως. Ἄν κατορθώσω νὰ ξαναβρῶ τὸ <...μελαγχολικὸ φάντασμα!...>, ἔχω τὴν ἐντύπωση θὰ ζήσω ἆλλον ἕναν χρόνο, νὰ χαίρομαι καὶ νὰ γελῶ.

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2019

Θὰ περίμενα, ὁ ἐλαφρόμυαλος, ἀπὸ σᾶς,  ἀνακήρυξη
μιᾶς Ἡμέρας Ἀποχῆς ἀπὸ τὸ Λεύκωμα/Φ.Β.
εἰς ἔνδειξιν διαμαρτυρίας διὰ τὴν Συμφωνίαν τῶν Πρεσπῶν
ἀλλὰ δὲν...τὸ βλέπω!
Καὶ νὰ στερηθεῖτε τὶς ἀνορθογραφίες σας, τὶς ἀγγλικοῦρες σας, τὰ σεξοβεγγαλικά σας, τὴν...
Συνεχῖστε, ὄχι, καλὰ πᾶτε.
Τὸ κινητὸ μὴν ξεχνᾶτε, εἶναι τὸ πιὸ σεξουαλικὸ ὄργανο ποὺ σᾶς χάρισε ἡ θεὰ Τύχη.
Ἡ Μακεδονία εἶναι κι' αὐτὴ κινητή, ταξειδεύει, μεταναστεύει, τὴν τύχη της ἀλλοῦ γυρεύει. Ἡ Ἀλλοδαπ'-Ἑλλάδα φυσικὰ καὶ δὲν τῆς κάνει.Οἱ Σκοπιανοὶ τὴν θέλουν περισσότερο.
Ἡ Ἱστορία παραδίδει τὴν θέση της στὴν ἐπιστήμη τῆς Προδοσίας. Καιρός ἤτανε...

Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2019

    Vagelis Xanthopoulos: Οχι, Γιαννη μου,  δεν πρεπει να παραιτηθουμε αλλα η κατασταση εφτασε στον πατο. Αυτα που γραφω τα λεω με το θαρρος της γνωμης μου. Αλλωστε και η Κα Λαδικου εδωσε μια απαντηση στο σχολιο σου.
      ~~~
     Ἐσένα καὶ τὴν Λαδικοῦ καὶ..., σᾶς ξέρω. Ξέρω κι' αὐτούς ὅμως, ἐκείνους. Θὰ πληρώσουν τοὺς συνταξιούχους στὶς 26, θὰ ἐπικυρώσουν τὴν Συμφωνία τῶν Πρεσπῶν στὶς 25. Φόβος μὴν χάσουν τὴν σύνταξή τους, τὰ γεροντάκια, ἄν δὲν καθήσουν φρόνιμα... Ὑποσχέσεις γιὰ ἀναδρομικά, γιὰ τὰ καλὰ γεροντάκια. Ὑποσχέσεις γιὰ...μερίσματα (ἄν καὶ δὲν λέγονται ἔτσι αὐτὰ τὰ ψίχουλα). Ἐγκατάλειψη ἀπὸ ἀστυνομικὴ προστασία τοῦ κοσμάκη ὁλοκλήρου. Ἐμένα, τὰ ὅσα γράφονται ἐδῶ μέσα δὲν μοὺ λένε τίποτα. Ὁ καθένας βρῆκε καὶ λέει. Στὴν πράξη νὰ δοῦμε. Ἐγὼ βλέπω γύρω μου ὑποταγμένους σὲ ὅλα. Ὑποταγμένους. Καὶ κάτι ποὺ δὲν θέλετε νὰ παραδεχτεῖτε καὶ ποὺ τὸ λέω κάθε μέρα: ΔΕΝ βλέπω Ἕλληνες, πραγματικὰ (καὶ μεταφορικά), πουθενά. Τρομάζω νὰ ἀκούσω ἕναν ἄνθρωπο νὰ μιλάει ἔστω καὶ σκατένια ἑλληνικά. ΔΕΝ ξέρω σὲ ποιάν ὑποανάπτυκτη χώρα βρίσκομαι. Δὲν βρίσκω ἕνα ἑλληνικὸ ἑστιατόριο μέσα στὰ 25 ἀλλοδαπά. Ἕνα μαγαζὶ μὲ ἐπιγραφὴ ἑλληνική. Ἀκόμα καὶ οἱ ζητιάνοι ζητιανεύουν ἴν ἴνγκλις. Τί σόι χώρα εἶναι αὐτή, δὲν ξέρω. Βρωμιά, σκουπίδια, σκατὰ σκυλιῶν, ἀγριόφατσες καὶ βάρβαρες φωνὲς κάθε λογῆς, ρομπὸτ ποὺ περπατοῦν κοιτῶντας ἕνα κινητό, θἄλεγα βαδίζουν μὲ βηματοδότη στὰ χέρια. Δὲν μιλᾶμε γιὰ γοῦστο! Ντύσιμο χυδαῖο, πουτανέ, τὸ λιγώτερο. Μουσική; Ξερατὰ νὰ ἠχογραφήσεις, καλλίτερο ἀποτέλεσμα θἄχεις. Θέατρα; Ξεχαρβαλωμένης ὑποκριτικῆς. Νὰ πῶ πάλι γιὰ ὀρθογραφία; Κοντεύω νὰ μπῶ ἀπὸ μόνος μου σὲ Ψυχιατρεῖο - νὰ μὴ βλέπω τὰ γραφτά τους καὶ νὰ δεῖς γιὰ πότε θεραπεύομαι. Κι' ἄλλη φορὰ μὴν... παραπονιέσαι πὼς σὲ ἀμελῶ. Ἅμα μπλέκεις μαζύ μου, ἤ τρελλαίνεσαι κι' ἐσὺ ἤ σ' ἀφήνω στὴν ἡσυχία σου καὶ τρελααίνομαι μόνος μου. "Μοναξιά, φτάνεις κάποτε μοιραῖα/ Μοναξιά, εἶσαι ἡ πιὸ σκληρὴ παρέα... / Κι' ὅποιος πεῖ, ἡ ζωὴ πὼς εἶν' ὡραία, / δὲν θἄχει τύχει νὰ ζεῖ μὲ σένανε μαζύ".

Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2019

Τὸ πρῶτο κείμενό μου τῆς χρονιᾶς.
* * *
(Ἀντίγραφον):
Ἀπὸ μικρὸ παιδάκι εἶχα ἀντιληφθεῖ μὲ φρίκη τὸ τί συνέβαινε μὲ τὶς προκαταλήψεις κατὰ τῶν γυναικῶν. Κάπου 14 ἐτῶν, μεγάλος πιά, εἶχα ἀναλάβει τὴν ἀδελφή μου, 8 χρόνια μεγαλύτερη, νὰ τῆς δώσω θᾶρρος ὕστερα ἀπὸ δύο ἀρραβῶνες (ὁ δεύτερος ἦταν κάκιστος, ὁ πρῶτος δυστυχῶς πέσανε συμφέροντα καὶ κακοήθειες στὴν μέση... - κι' ἡ Φωτούλα τὸν ἀγαποῦσε ἀλλὰ κι' ἐκεῖνος ἦταν καλός). * Ὅταν πῆγα στρατιώτης, βρέθηκε μὲ προξενιὸ ὁ τρίτος, τὸ τέρας. Μπῆκε στὸ σπίτι μας καὶ ἁλώνισε. Ἡ ζωὴ τῆς Φωτούλας πλέον ἦταν μιὰ μακροχρόνια αὐτοκτονία. Τῆς λέγανε: <πιὸ καλὰ κακοπαντρεμένη παρὰ γεροντοκόρη>. * Μόνον ἡ μάννα μας κι' ἐγὼ ξέραμε τὴν καθημερινὴ τραγωδία... Ἀπορῶ πῶς δὲν τὸν σκότωσα. Ὁ "Γιάννης ὁ φονιὰς"" εἶναι σχεδὸν δικό μου τραγοῦδι. * Σκἐφτομαι πὼς χθὲς θἆταν ἡ γιορτή της, σήμερα ἡ δική μου, θὰ κάναμε - ἄν ζοῦσε - σὰν μικρὰ παιδάκια ἀπὸ χαρές. Τὸ σόι μας ἤμασταν ἀθῶοι ἄνθρωποι - σὰν τὴν Μπλὰνς ντὺ Μπουὰ θὰ ἔλεγα. Ὅλοι ρούφηξαν ἀπὸ τὸ αἷμα μας. Ἄν μποροῦσα νὰ προσευχηθῶ γιὰ τὴν ψυχή τους... * Δὲν πιστεύω σὲ τίποτα. Ἀκόμη καὶ τὸ Φέις-Μπούκ σας εἶναι γεμάτο κακία καὶ μίσος. * Γράφω γιατί ἔχω ἀνάγκη νὰ γράφω, χωρὶς αὐτὸ δὲν ζῶ καὶ γιατί δὲν θέλω πιὰ σχέσεις μὲ ἐκδότες, θιασᾶρχες καὶ κάθε λογῆς ἐργοδότες. Σήμερα, ὅσο πιὸ σκατὰ εἶσαι, τόσο πιὸ διάπλατες σοῦ ἀνοίγουν τὶς πόρτες. * Νὰ κλείσω ἔτσι: ἀγαπῶ μονάχα τὶς ἀθῶες γυναῖκες, σὰν τὴν μάννα μου, σὰν τὴν ἀδελφή μου, σὰν τὴν Μπλὰνς... Ὑπάρχουν πολλὲς. Ὑπάρχουν καὶ οἱ ἆλλες, οἱ βρωμοπουτανάρες στὴν ψυχή κυρίως. Αὐτὲς τὶς σιχαίνομαι. Δὲν μὲ ὑποχρεώνει ποτὲ κανεὶς νὰ λέω <γυναίκα νἆναι κι' ὅ,τι νἆναι>.