Σάββατο 21 Απριλίου 2018

12 Αὐγούστου 2009, καὶ ὥρα 1:22, ἀπὸ τὸ Re: πρὸς τὸν φίλτατο Κλινοσοφιστή.

Εικόνα * Χρῆστος Γιανναρᾶς:
α΄ προφορικῶς: " Ὅταν ἡ ἀρχαιολατρεία ἀσελγεῖ στὴν ἱστορία".==== http://www.antibaro.gr/references/libra ... atreia.mp3
======
Χρῆστος Γιανναρᾶς:[/b]
β΄ γραπτῶς: Τὶ πολυτιμώτερο: Παρθενώνας Ἑλληνικὴ Γλώσσα; Ἀπριλίου 12, 2006
(Posted by Ζωντανὸ Ἰστολόγιο in : Ἑλληνικὴ Γλώσσα, Πολιτική , trackback).

Ἐνδιαφέρουσες ἐπισημάνσεις τοῦ Χρ. Γιανναρᾶ μὲ ἀφορμὴ τὴν πρόσφατη κοίμηση τοῦ Γεωργίου Ῥάλλη, τὸν ὁποῖον γιὰ ἕνα ἀπὸ τὰ πράγματα γιὰ τὰ ὁποῖα τὸν θυμόμαστε εἶναι γιὰ τὴν (ἴσως ἀνεπίγνωστη) συμβολή του στὴν κατεδάφιση τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας.

Μὲ Παρθενώνα ἀλλὰ χωρὶς γλωσσικὴ συνέχεια.
* Ἡ ἐκδημία τοῦ Γεωργίου Ῥάλλη, πρὶν ἀπὸ μερικὲς ἑβδομάδες, ἔγινε ἀφορμὴ νὰ ἀποτίσει τιμὴ ὁ κόσμος τῆς πολιτικῆς καὶ τῆς δημοσιογραφίας, σχεδὸν ὁμόφωνα, στὴν ὑποδειγματικὴ εὐπρέπεια τοῦ εὐγενικοῦ αὐτοῦ ἄνδρα. Φόρο τιμῆς τοῦ ὀφείλουμε καὶ οἱ θεράποντες τῆς παιδείας, τουλάχιστον γιὰ τὴν ἐπέκταση τῆς ὑποχρεωτικῆς φοίτησης τῶν Ἑλληνοπαίδων καὶ στὸ γυμνάσιο.
Οἱ δάσκαλοι ὀφείλουμε νὰ ἀποδίδουμε τιμὴ πάντοτε «μετὰ κρίσεως τοῦ τε κυρίου καὶ τ' ἀληθοῦς». Ὁ ἄκριτος ἔπαινος εἶναι συνήθως συμβατικός, ἀναξιόπιστος. Στὴν περίπτωση λοιπὸν τῶν ἐκπαιδευτικῶν πρωτοβουλιῶν τοῦ Γεωργίου Ῥάλλη, ἀναγνωρίζοντας εἰλικρινὰ τὶς ἀγαθές του προθέσεις, τὴν τόλμη καὶ τὸν μόχθο του, δικαιοῦται ὁ δάσκαλος νὰ διατηρεῖ κριτικὲς ἐπιφυλάξεις τουλάχιστον γιὰ ἕνα ἀπὸ τὰ μεταρρυθμιστικά του ἐνεργήματα: αὐτὸ ποὺ ἀφορᾶ τὴν ἐπιβολὴ τῆς δημοτικῆς ὡς ἐπίσημης γλώσσας τοῦ κράτους.
Προσωπικὴ κρίση ἐκφράζω, πιθανὸν ἐσφαλμένῃ: εἶναι παράλογο (ἢ καὶ κωμικό) νά ὑπάρχει «ἐπίσημη» γλώσσα τοῦ κράτους καθορισμένη μὲ νόμο. Τὸν παραλογισμὸ ἐγκαινίασε ὁ φανατισμὸς τῆς ἰδεολογικοποιημένης «καθαρεύουσας», οἱ ἄνθρωποι ποὺ ταύτισαν τὸ γλωσσικὸ κατασκεύασμα τοῦ Κοραῆ μὲ τὴν «ἐθνικοφροσύνη», τὴ «γνήσια» ἑλληνικότητα. O Ῥάλλης ὑπέκυψε (μᾶλλον ἀνεπίγνωστα) στὸν πειρασμὸ τῆς μίμησης τῶν καθαρευουσιάνων. Δἐν ὑποψιάστηκε ὅτι ἡ «ὁμιλούμενη» γλώσσα, τὸ ζωντανὸ δυναμικὸ ἰδίωμα τῆς λαϊκῆς ἔκφρασης, ἀκυρώνεται στὴν αὐθεντική του γνησιότητα ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ ἐπιβληθεῖ μὲ νόμο.
Δὲν ἔσβησαν οἱ μνῆμες οὔτε ἁπαλείφθηκαν τὰ ἴχνη ἀπὸ τὶς τερατωδίες ποὺ γέννησε τὸ συγκεκριμένο νομοθέτημα τοῦ Ῥάλλη. Πλημμύρισε ὁ δημόσιος βίος γλωσσικὰ ἐξαμβλώματα, μνημεῖα εὐτραπελίας, ἀλλὰ καὶ ντροπῆς – ἀπὸ τὰ στερεότυπα γιὰ συμπλήρωση ἔντυπα σὲ ταχυδρομεῖα, τελωνεῖα ἢ ὅποιες ἄλλες δημόσιες ὑπηρεσίες, ὣς τὴν ἀνέτοιμη νά ἐκφραστεῖ στὸ δημῶδες ἰδίωμα γλώσσα δικαστῶν, δικηγόρων, δασκάλων, δημοσιογράφων, πολιτικῶν. Παντοῦ κυριάρχησε ἡ σύνταξῃ καὶ ἡ ἐκφραστικὴ τῆς καθαρεύουσας τεχνητὰ ὑποταγμένη σὲ προκρούστειους κανόνες, ὅπως τῆς ἀλλαγῆς τῶν τριτόκλιτων ὀνομάτων σὲ πρωτόκλιτα. («Τάχθηκε κατὰ τῆς αἴτησης ἀνάκλησης τῆς ἀπόφασης» – «ἀπόκλεισε τὸ δικαίωμα λήψης ἄδειας ὁδήγησης»…) Ἂν «καθαρεύουσα» εἶναι ἡ πεποιημένη (τεχνητή) γλώσσα ποὺ οὐδέποτε τὴ μίλησε ὁ λαός, τότε ὁ νόμος τοῦ Ῥάλλη κατάργησε μιὰ καθαρεύουσα γιὰ νὰ ἐπιβάλει αὐταρχικὰ μίαν ἄλλη, ἐκτρωματική, βαρβαρική.
Αὐτὸ ποὺ χρειαζόταν ὁ τόπος, ἂν κρίνω σωστά, ἦταν νά καταργηθεῖ μὲ νόμο ἡ παρέμβαση τοῦ κράτους στὴ γλώσσα: ὁ καθορισμὸς «ἐπίσημης» γλώσσας τοῦ κράτους εἶναι ἡ συνακόλουθη στανικὴ ἐπιβολή της. Νὰ ἀφεθεῖ ἐλεύθερη ἡ χρήση τῆς ἑλληνικῆς στὸν δημόσιο βίο – μὲ τὴν αὐτονόητη ἀπαίτηση (ποὺ δὲν χρειάζεται νὰ γίνει νόμος) ἡ ἐπιλογὴ ἰδιώματος λογίου ἢ δημώδους, ἀρχαΐζουσας ἢ ἁπλοελληνικῆς ἢ μεικτῆς (καβαφικῆς) γλώσσας νὰ πειθαρχεῖ στοὺς ἀνάλογους γραμματικοὺς καὶ συντακτικοὺς κανόνες.
Τὴν τραγικὴ γλωσσικὴ σχιζοφρένεια, ποὺ ταλαιπώρησε τοὺς Ἕλληνες γιὰ περισσότερα ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια, ἡ πρωτοβουλία Ῥάλλη τὴν ἀντιμετώπισε μὲ τοὺς ἰδεολογικοὺς ὅρους ποὺ δημιούργησαν αὐτὴν τὴ σχιζοφρένεια. Ἡ καθαρεύουσα δὲν καταδικάστηκε ἐπειδὴ ἦταν τεχνητὴ γλώσσα, φτιαγμένη γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσει ἐξωγλωσσικὲς σκοπιμότητες. Καταδικάστηκε σὰν λόγια, ἀρχαΐζουσα γλώσσα. Δέν ἀπορρίφθηκε μιὰ γλωσσικὴ ψευτιά, δηλαδὴ κάθε εἶδος «καθαρεύουσας» (εἴτε τοῦ Κοραῆ εἴτε τοῦ Ψυχάρη ἢ τοῦ Ζαχαριάδη, ἢ τοῦ Καζαντζάκη ἢ τοῦ Ἀνδρέα Παπανδρέου). Ἐξοβελίστηκε ἕνας ἰδεολογικὸς ἀντίπαλος τῶν «προοδευτικῶν δυνάμεων» – ὁ Γεώργιος Ῥάλλης ἔδωσε τὴν ἐντύπωση ὅτι ἦταν θῦμα καὶ αὐτὸς τῆς συνθλιπτικῆς μειονεξίας ποὺ ταλαιπωρεῖ τὸ κόμμα του, τὸ ἀνίκανο νά ἀντιτάξει δική του ἀντίληψη προόδου διαφορετικὴ ἀπὸ αὐτὴν τοῦ διεθνιστικοῦ μηδενισμοῦ ἀλλὰ καὶ ἄσχετη μὲ τὴν «ἐθνικοφροσύνη».
* Ἡ ἰδεολογικὴ (καὶ ὄχι γλωσσικὴ - πραγματιστική) ἀπόρριψη τῆς καθαρεύουσας παρέσυρε στὴν ἀνυποληψία καὶ στὸν ἀποσκορακισμὸ ὁλόκληρη τὴ λόγια γλωσσικὴ παράδοση τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ. Ἧταν ἕνα ἐγκληματικὰ ἐπιπόλαιο (κατὰ τὴν κρίση μου πάντοτε) λάθος μὲ δύο καίριες συνέπειες: Ὑπονόμευσε στὶς συνειδήσεις τὴν ἀξία (γονιμότητα) τῆς διαχρονικῆς ἑνότητας τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας – ἡ ἐξελικτικὴ διαχρονικὴ ἐνοείδεια τῆς γλώσσας θεωρήθηκε ἀνυπόληπτο ἐπιχείρημα τῶν «καθαρευουσιάνων», δηλαδὴ τῆς συντήρησης, δηλαδὴ τοῦ σκοταδισμοῦ. Ἔτσι προετοιμάστηκε καὶ προβλήθηκε σὰν μέγα «προοδευτικὸ» ἐπίτευγμα τὸ ἀνόμημα νά καταργηθεῖ ἡ διδασκαλία τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν στά ἑλληνικὰ σχολεῖα.
* Ἡ δεύτερη συνέπεια ἦταν: οἱ Ἕλληνες οἱ κάτω τῶν τριάντα ἐτῶν σήμερα νά μὴν καταλαβαίνουν τὸν Παπαδιαμάντη ἢ τὸν Ῥοΐδη, νά ἀκοῦν τὸ Εὐαγγέλιο ἢ τοὺς Χαιρετισμοὺς σὰν νά πρόκειται γιὰ ξένη γλώσσα (κάτι ποὺ δέν εἶχε συμβεῖ οὔτε στὰ τετρακόσια χρόνια ὀθωμανικοῦ ζυγοῦ). Γιὰ πρώτη φορὰ ἔσπασε ἡ ζωντανὴ γλωσσικὴ συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ αὐτὴ ἡ ῥήξη ὁλοκληρώθηκε μὲ τὸ πασοκικὸ ἀνοσιούργημα (ὑπουργὸς Ἐλευθ. Βερυβάκης) ἐπιβολῆς τοῦ μονοτονικοῦ. Ὅ,τι δέν κατόρθωσαν αἰῶνες Ῥωμαιοκρατίας, Φραγκοκρατίας, Τουρκοκρατίας τὸ πέτυχαν δύο σύγχρονοί μας Νεοέλληνες ὑπουργοί.

Ἀγνόησε ὁ Γεώργιος Ῥάλλης (καὶ κυρίως οἱ συμπλεγματικοὶ σύμβουλοί του) τὸ προφανὲς καὶ πασίδηλο: πὼς δὲν ὑπάρχει ζωντανὴ γλώσσα μὲ μακρὰ ἱστορικὴ διάρκεια ποὺ νά μὴν ἔχει δημιουργήσει μιὰ λόγια καὶ μιὰ δημώδη παράδοση. Ὅτι εἶναι ἀδυνάτη ἡ ζωντανὴ ἐπιβίωση καὶ συνέχεια μιᾶς ἱστορικῆς γλώσσας, ἂν τὰ μεταγενέστερα ἰδιώματα δὲν ἀντλοῦν συνεχῶς ἀπὸ τὰ προγενέστερα. Ὁ ἀείμνηστος μπροστάρης τοῦ Δημοτικισμοῦ Εὐάγγελος Παπανοῦτσος ἐπέμενε ὅτι ἀποκλείεται νὰ κυριαρχήσεις τὴ δημοτική γλώσσα, ἂν δὲν πατᾶς σὲ στερεὰ γνώση τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς. Καὶ μὴν ξεχνᾶμε ὅτι στὸ ψευδωνύμως λεγόμενο «Βυζάντιο», χίλια χρόνια, τὰ παιδιὰ πρωτοσυλλάβιζαν ἀνάγνώση καὶ γραφὴ στοὺς στίχους τοῦ Ὁμήρου.
* Ὄχι σὰν ῥητορικὸ σχῆμα, ἀλλὰ μόνο ὡς μέτρο ῥεαλιστικῆς ἐκτίμησης (προσωπικῆς καὶ πιθανὸν λαθεμένης) θὰ ἔλεγα: Προτιμότερο, ἀπὸ λάθος (ἀσφαλῶς ἀνεπίγνωστο) τοῦ Ῥάλλη ἢ τοῦ Βερυβάκη, νά εἶχε γκρεμιστεῖ ὁ Παρθενώνας, παρὰ νὰ ἔχει σπάσει πιὰ ἡ ζωντανὴ συνέχεια τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Καὶ οἱ δύο αὐτοὶ ὑπουργοὶ ἄφησαν στίγμα εὐπρεπείας καὶ εὐαισθησίας πατριωτικῆς. Διερωτῶμαι, ἂν σὲ τέτοιες εὐγενικὲς περιπτώσεις εὐαισθησίας καὶ πατριωτισμοῦ (στοὺς ἀντίποδες τῆς ἀριστερόσχημης παχυδερμίας καὶ τοῦ συναφοῦς ἀμοραλισμοῦ) ὁ ἀνθρώπινος ψυχισμὸς μπορεῖ νά ἀντέξει τὴ συνειδητοποίηση τόσο πελώριων ἱστορικῶν ἐγκλημάτων.
Εὔχομαι εἰλικρινὰ οἱ ἐκτιμήσεις καὶ κρίσεις μου νὰ εἶναι λαθεμένες. Τὶς καταθέτω μόνο σὰν πρόκληση προβληματισμοῦ.
(Πηγή: Καθημερινή, 9/4/2006).

ΕικόναΕικόνα
[Ἡ ἀντιγραφή ἀφιερώνεται στὸν φίλτατο oldjedi,
ποὺ ἔδωσε καὶ στοὺς δυό μας
αὐτὴν τὴν πολύτιμη εὐκαιρία ἀνταλλαγῆς ἀπόψεων, ἔρευνας, ἀφορμῆς γιὰ σπουδαία φιλία].


==== 
Βόρεια Ἤπειρε, ὁ κόσμος νὰ χαλάσει, πρῶτα Ἕλληνας καὶ μετὰ ὁ,τιδήποτε ἆλλο.
Κι' ἄν αὐτὸ δὲν φαίνεται καὶ ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὴν γλώσσα, ποὺ εἶναι ἡ ἔκφραση
τῆς ψυχικῆς διάνοιας τοῦ καθενός, τότε ἀπὸ τί ἆλλο μπορεῖ νὰ φανεῖ; Ἀπὸ τὴν πα-
τριδοκαπηλία; Χωρὶς καλὰ ἑλληνικά, δὲν θὰ μποροῦσα νὰ ζήσω ὥς τὰ τώρα.
Καί χαίρομαι ὅταν, σπανίως βέβαια, βλέπω κάποιους νὰ μιλοῦν καὶ νὰ γράφουν ἑλ-
ληνικὰ μὲ χάρη.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου