Τετάρτη 30 Μαΐου 2018

 Ἀπὸ τὸ: Χρόνια πολλὰ Κλινό (καὶ σύ, Γεώργιε Σουρῆ).
 *
14 Ἰουνίου  2014,  καὶ ὥρα 7:20.
Νὰ ἤμουν τώρα Ἀρχαῖος Ἕλληνας...- καὶ τί στὸν κόσμον ὅλο,
ποὺ δὲν θ' ἀναγκαζόμουν νἄγραφα τὸ ποιητικὸν ἔργον αὐτό
- ἀναρωτιέμαι κι' ἄν οἱ θεοί μ' ἀφήνανε ποτὲ ν' ἀναπαυτῶ.
Σαφῶς δὲν θἆχε, τότε, πέρασιν τοσούτῳ σπινθηροβόλο
πνεῦμα ποιητικὸν - μὴν ἀκούγω γι' Ἀριστοφάνη κι' ἀηδίες!
Δυόμισυ χιλιάδες ἔτη δὲν πήγανε χαμένα - κι' εὐτυχῶς!...
Οὔτε ζούσανε τότε, δημοκρατικῶς, τοιαῦτες τραγωδίες
ποὺ νὰ λὲς: - Ζήτωσαν οἱ Ναζῆδες!... - ὤχ! μοῦ ξέφυγεν δυστυχῶς
κι' ὅπερ, ἄχ, μόλις τώρα εἶπα
οὐκ ἔστιν, θαρρῶ, παρλαπίπα!
Ἀλλ' ἄν θέτε πίσω, λόγια τέτοια, νὰ πάρω,
δὲν τὰ παίρνω, κερατάδες, καὶ σᾶς σνομπάρω.
~~
πρὸς Ἕλληναν πρωθυπουργὸν, ἐρώτησίς τις σεμνή·
στοὺς ὄρχεις του μὴ μ' ἐγγράψει - πλὴν κι' ἄν ἔχει καὶ "μ'νί".

Γεννήθηκες κρυόκωλος ἤ μήπως ἔγινες μετά;
Χέσε Σόιμπλε καὶ Μέρκελ κι' ἀπάντησέ μου θαρρετά:
πρὶν γίνεις πρωθυπουργὸς (Ἑλλήνων τε κι' Ἀλλοδαπῶν)
ἐξετέθης σὲ βροχὲς, κομματικῶν καὶ ἄλλων, φαπῶν

κι' ἀπὸ τὶς τόσες ποὔφαγες, ἐδῶ κι' ἐκεῖ, σφαλιάρες
μᾶς θές, σὰν λαό, σὰν καὶ σένα, Χέστηδες καὶ Τσιρλιάρες;
Μᾶς τἄκοψες ὅλα: μισθούς, συντάξεις καὶ φαγητό·
ψάχνοντας γιατρούς, λαχανιάζομεν στὸ κυνηγητό.

Ἐσένα δὲν ψηφίσαμε, μά, νά: σὺ μᾶς κυβερνᾶς!
Τὶς τσέπες μας αἰσχρὰ ληστεύεις, τὶς Τράπεζες κερνᾶς·
κι' ὅλο γι' ἀνάπτυξη, δὲ λέω, ναί, τὸ βλέπω, πασχίζεις!
(Πουθενά, μὴ δεῖς Μνημόνια, ...σὰν κώλους τὰ ξεσκίζεις).

Παρ' ὅλ' αὐτὰ δὲν σ' ἔχω ψηφίσει... - κι' οὔτε νομίζω·
καθώς, βλέποντας κι' ἀκούγοντάς σε, κακοφορμίζω.
Μά, ποῦ θὰ πάει τὸ πρᾶγμα μὲ σένα, πρωθυπουργέ μου;
Ἕλλην κατὰ τῶν Ἕλλήνων κι' ἄρχων κλεφτοπολέμου;

Γιατί, βρέ, δὲν παρατᾶς τὸ ρημάδι τὸ γκουβέρνο;
Μήπως ἄγαρμπα σοῦ τὰ λέγω καὶ χωριατοφέρνω;
Μήπως, μὲ χάρη, νὰ σ' τὰ πῶ σ' ἄλλη γλώσσα, - γαλλικά;
- Va te faire foutre (ἄντε γα--σου), νὰ ρίξω βεγγαλικά.

Ἀλλ' ὄχι, μὲ τὸ μπαρντόν, συγχώρεσέ με καὶ σιωπῶ.
Σάτιρα πῆγα νὰ γράψω, πῆρα κάπως ἀγριωπό
δίχως κἄν νὰ τὸ καταλάβω, στὺλ στὸ σύγγραμμά μου!
Μετανιώνω κι' ὁρκίζομαι - νὰ μὴ βρῶ τὴ μαμά μου,

στὸν Ἄλλο Κόσμο πού, νηστικός, προσεχῶς θὰ πάγω -
ζιζάνια κατὰ τῶν Ἀξίων, λάικ Γιού, δὲν παρεισάγω.
Νέξτ τάιμ, θὰ τὸ δεῖς, π' ὁλοφάνερα θὰ σὲ ψηφίσω·
τὴν καρδιακήν μου προσβολὴν, ὡς ἀνήρ, θ' ἀψηφήσω.
Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.
Ἀφιερωμένο στὸν γυιό μου,
τὸν Σπύρο,
ποὺ σήμερα ἔχει τὰ γενέθλιά του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου