Τρίτη 15 Μαΐου 2018

2 Νοεμβρρίου 2010, καὶ ὥρα 12:31.

κλινοσοφιστικὴ προσευχὴ
μὲ δόση μοντερνισμοῦ.

Ἄν θὲς ν' ἀκούσεις, ἄκουσε, Θεέ, μίαν παράκλησή μου.
Μὴ μὲ κολάσεις, σκέψου το, Σ' τὸ λέω, κι' εἶναι πρὸς τιμή μου:
ἔγκλημα φρικιαστικὸ κι' ἄκρως σαδιστικὸ κι' ἄν κάνω,
Σύ, μὴν μοῦ πεταχτεῖς! Μὴν κρίνεις καὶ πεῖς πὼς ἁμαρτάνω!

Δικαίωμά μου. Σὰν μαζύ Σου πιὰ δὲν ζῶ... - χωρίσαμε,
κατάλαβέ το, χώνεψέ το! Σ' εὐχαριστῶ, ζήσαμε
στιγμὲς ὄμορφες, ἐσὺ κι' ἐγώ, γλυκές, δὲν ἀμφιβάλλω.
Δὲν θὰ Σὲ πῶ κομπλεξικό, δὲν τείνω νὰ Σὲ προσβάλω.

Προτιμῶ τὰ βάρη νὰ τὰ ρίξω ὅλα στὸν ἑαυτό μου,
ἄν καὶ δὲν πιστεύω, Σ' τ' ὁρκίζομαι, κάνω τὸ Σταυρό μου,
τὸν φιλῶ, σκαρφαλώνω κι' ἀπάνω Του σεμνὰ κρεμιέμαι.
Ἀλλά, πρὶν ἀπ' τὸ "τετέλεσται", τὸν Κόσμο καταριέμαι.

Κεῖνο ποὺ δέον δὰ καὶ Σὺ νὰ καταλάβεις - καὶ μ' ἀρέσει! -
μὴν πάει χαμένη τῶν ἁμαρτωλῶν ἡ πρώτη θέση.
Γιὰ πάρτη μου χαλάλησέ την, κι' ἐγὼ νὰ τὴν κερδίσω!
Κρυφίως δεῖχνε μου Ἐσὺ στίχους ἀχρείους νὰ κουρδίσω

ἔτσι, πού: τ' ἀνάθεμα τ' ἀφορισμοῦ μετάλλειο νὰ πάρω.
Σὰν κλείσαμε ραντεβοῦ χθὲς ἐρωτικό, μὲ τὸν Χάρο,
σταράτα, μοὖπε, νὰ ντυθῶ συχωρεμένος, χωρὶς κἄν
περίβλημα κοινωνισμοῦ κι' ἄλλα τοιαῦτα σελοφάν.

Φλερτάρω κάμποσον καιρό, ξέρεις, μὲ τὸν θάνατό μου!
Μὰ τὶ Σ' τὰ λέω; Σύ, γιαχνὶ μαγείρεψες τὸ καλό μου!
Τὄχεις ἕτοιμο, ζεστό, στῆς γῆς τὸ πιάτο, μὲ κρασάκι
- ὄχι σὰν τῆς ζωῆς - φτιαγμένο μ' ἀγγελικὸ μεράκι.

Ὡστόσο, μ' ἆλλα λόγια, μὴν ξεχνιόμαστε, Πλάστη ἀκριβέ.
Ἄσε ν' ἁμαρτήσω, κι' ἄχνα μὴ βγάλεις, ὅλα νἆν' πριβέ,
τ' ἀνομήματά μου.
Κι' οὔτε στὸν παππά μου
νὰ τὰ μαρτυρήσεις!
Νὰ τὸν παρατήσεις
στὴν ἀφέλειά του, νὰ σαχλονομίζει
πὼς ἐρίφια καὶ πρόβατα χωρίζει.

Ὁ Ἰάνης, ἐννοεῖται καὶ καμάρι Σου, Λὸ Σκόκκο,
πού, μετὰ βδελυγμοῦ, τὸν ἀναμάρτητον ἐκδιώκω.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου