Παρασκευή 11 Μαΐου 2018



Ἀπ' ὅσα διέσωσα,
14 Αὐγούστου 2010, 2:10.
2η δημοσίευση.
`
.Ποιὸς εἶν' τρελλός ἀπό ἔρωτα;
Γιῶργος Σαραντάρης / Μάνος Χατζιδάκις / Φλέρυ Νταντωνάκη - γεννήθηκε σὰν σήμερα, 11 Μαΐου.
* * *
Ποιὸς εἶν' τρελλός ἀπὸ ἔρωτα;
Ἄς κάνει λάκκους τὴν αὐγή.
Νὰ πᾶμε ἐκεῖ
νὰ πιοῦμε τὴ βροχὴ.
Μιἀ ποὺ ἐμεῖς σὲ ὅποια
στέγη ἀράξουμε, σὲ ὅποια
αὐλὴ, ὁ ἄνεμος χαλνάει
τὸν οὐρανὸ, τὰ δέντρα.
Κι' ἡ στείρα γῆ
μέσα σὲ μᾶς βουλιάζει.

* * *
...Κι' ὁ ἔρωτας μέσα σὲ μᾶς βουλιάζει...
* * *
(10 ἐρωτικὲς εἰκόνες). Εἰκόνα 10η.
------------------------------------" ...καὶ ξάπλωσα γυμνούλης μὲ τὸ χέρι ἐκεῖ. Ὁπότε θυμήθηκα:


Ὡραῖα, τὸ μέσα σὲ μᾶς βουλιάζει, γέμισε, τίγκα εἶναι, δὲν παίρνει ἆλλο τίποτα.
Ἕνα βυτιοφόρο νὰ σὲ ἀδειάσει. Νὰ ἀνακαινίσεις τὸ μέσα σου, νὰ τ' ἀερίσεις καί - ποῦ ξέρεις; - μπορεῖ πάλι νὰ νοικιαστεῖ. Κάνε ἀνατίμηση, δῶσ' το πιὸ ἀκριβά. Μιὰ καλὰ θεμελιωμένη καρδιά, ποὺ ἡ πείρα τὴν ἔκανε ἀντισεισμική, ἀξίζει ὅσο τίποτα!
- Ἀγάπη μου, ἐσὺ ποὺ δὲν φάνηκες ἀκόμα στὸν ὁρίζοντά μου, ἄν τυχὸν τ' ἀποφασίσεις νὰ μὲ κερδίσεις, ἐδῶ θὰ περάσεις ὑπέροχα. Ἐπιθυμίες ἔχεις; Ἔ, τότε μὴν τὸ σκέφτεσαι καθόλου, ἔλα. Τί; Ξαφνικὰ διστάζεις; Κύριε ἐλέησον! Μᾶλλον, τότε, οἱ ἐπιθυμίες σου εἶναι ἀνάξιες λόγου. Πῶς εὶπες, ἀγάπη μου; Ὅτι, ἀκόμη, δὲν ξέρεις τὸν ἀριθμὸ τοῦ τηλεφώνου μου; Καὶ σὲ ἔχει κυριεύσει ἡ ἀπελπισία; Μᾶλλον οἱ ἐλπίδες σου εἶναι ἀχόρταγες καὶ δὲν ξέρεις ἀκόμα πῶς καὶ ποῦ νὰ τὶς χορτάσεις. Ἄχ, εἶναι σπαραχτικὴ ἡ λαχτάρα μας γιὰ ζωὴ καὶ ἡ ἀπελπισία σίγουρα εἶναι ἕνα συννεφάκι, φύσηξέ το καὶ θὰ φύγει, θὰ πάει ἀλλοῦ - μακρυὰ ἀπὸ σένα καὶ στὸν διάολο. Μὴν τὸ ξεχάσω, τὸ τηλέφωνό μου εἶναι καταχωρημένο στὸν οὐρανό, γραμμένο μὲ κατακόκκινα, χρῶμα αἵματος, γράμματα, ἀκριβῶς κάτω ἀπὸ τὴν Σελήνη. Ἔ, ναί, λίγος ρομαντισμὸς δὲν βλάπτει - πλήρωσα μεγάλο φόρο πόνου γιὰ νὰ ἐξασφαλίσω αὐτὴν τὴν περίοπτη θέση στὸν Κατάλογο Ἀστέρων. Ὄχι, παιδάκι μου, ὁ ἀριθμὸς εἶναι ἀριθμὸς, δὲν εἶναι ἄστρο, δὲν εἶπα τέτοια ἀνοησία, τἄχω ἀκόμα τὰ μυαλά μου.
Τὸ ὅτι θὰ τὸν βρεῖς ἐκεῖ, εἶναι ἄλλη ἱστορία, πού, πῶς νὰ σ' τὸ ἐξηγήσω...ἔχεις ἀγαπήσει ποτέ;
Σοῦ ἔχουνε βγάλει ποτὲ τὰ μάτια, τὰ μάτια ποὺ ἀγάπησες; Ἔ, τότε, πῶς θὰ δεῖς, ἄν δὲν κοιτᾶς πότε πότε τὸν οὐρανό;
Ἄκου τώρα:

πρὶν ἀποφασίσεις νἄρθεις νὰ μὲ βρεῖς, πρὶν ζητήσεις νὰ σοῦ δείξουν ποῦ μένει ὁ Κύριος μὲ τὶς Καμέλιες - ἄ, ναί, ὄχι, μὴ μοῦ φέρεις τριαντάφυλλα, ἀπεχθάνομαι τὰ ἀγκάθια τους - ἀναλογίσου τί χάνεις ἤ τί κερδίζεις μὲ τὸ νἄρθεις ἤ νὰ μὴν ἔρθεις. Βάλε μπρὸς τὴν φαντασία σου, ἄνοιξε τὸ κλουβὶ νὰ πετάξει ἡ καρδιά σου, βάλε στὸ ράμφος τοῦ περιστεριοῦ τὴν εἴδηση "Ἕρχομαι", νὰ προλαβω νὰ ἐξαγνίσω τὴν ψυχή μου, νὰ φρεσκάρω τὶς καμέλιες, νὰ στρώσω τὴν καρδιά μου ὅπου πιθανὸν νὰ πατήσεις, ἐσύ, ἀγάπη μου - λαχτάρα τῆς νέας δυστυχίας μου, ποὺ δὲν θὰ σὲ ξεχάσω, ὕστερα, ποτέ, ὅσα φιλιὰ κι' ἄν ἀνταλλάξω μὲ ἆλλες ἀγάπες, ὥσπου νὰ ξαναγεμίσει αὐτὸ τὸ μέσα σὲ μᾶς βουλιάζει. Μά, ἐσύ, μὴ στενοχωριέσαι καθόλου. Ὅταν θὰ τὸ ἀνακαινίσω στὸ μέλλον, μὲ τὀση πείρα πιὰ, δὲν θἆναι μόνον ἀντισεισμικὸ.
Ἄ, ὄχι, ἔχω τὸν προγραμματισμό μου, ἔχω τοὺς σοφοὺς συμβούλους μου, ἐγώ, τί νόμιζες; Τὰ δάκρυα, ἤδη ἐπεξεργάζονται τὴν ἀναγέννηση, μετὰ τὴν πλανητικὴ καταστροφή. Καί, φυσικά, ἄν τὰ δάκρυα δὲν κάνουν σωστὰ τὴ δουλειά τους, ἄν, ἔστω ἀπὸ ἀμέλεια καὶ ὄχι ἀπὸ σκοπιμότητα, μὲ ξεγελάσουν, ἄν συμβεῖ σκάνδαλο καταχρήσεως ἐμπιστοσύνης, ἔ, θὰ τοὺς πάρω τὸ κεφάλι μία κι' ἔξω. Δὲν θὰ τοὺς χαριστῶ καθόλου. Δὲν μπορεῖ, ποτὲ, τὰ δάκρυα νὰ παραμένουν ἀνώφελα, νὰ καταχρῶνται τὴν καλωσύνη μου, τὴν ἐμπιστοσύνη μου, τὴν βουλή μου.
Μὴν σκέφτεσαι κἄν πόσο εὐτυχισμένος μπορεῖ νὰ εἶμαι ἐγὼ ποὺ διαθέτω αὐτὸ ποὺ λαχταρᾶς ἐσὺ σὲ μένα. Οὔτε κι' ἐγὼ θὰ σκεφτῶ πόση εἶναι ἡ εὐτυχία σου διαθέτοντας αὐτὸ ποὺ ἐγὼ λαχταρῶ σὲ σένα. Θὰ κάνουμε μιὰν ἀνταλλαγὴ δωρεάν, ἐρωτικὴ παροχή, ποὺ δὲν χρειάζεται καὶ κἄν φορολογικὴ δήλωση νὰ γἰνει.
Ὁ πόθος τοῦ πάθους. Ἡ χαρὰ τῆς εὐτυχίας. Λίγο μπερδεμένα αὐτὰ, μπορεῖ νὰ τὰ δεῖς καὶ ἔτσι: ὁ πόθος τῆς χαρᾶς, τὸ πάθος τῆς εὐτυχίας ἤ κι' ἀλλοιῶς: ἡ εὐτυχία τοῦ πάθους ἤ ἡ χαρὰ...
Μπᾶ! Ἤρθες κιόλας;
Ὤχ, πῶς νὰ σοῦ τὸ πῶ; Δὲν θέλω νὰ μὲ παρεξηγήσεις... Ὄχι, πολὺ καλὰ ἔκανες καὶ ἦρθες, ἀγάπη μου, ἐσένα περίμενα - καὶ δὲν θὰ σὲ δεχτῶ; Ἄ, αὐτὸ τὸ ρίγος ἦταν φιλὶ;
Δὲν θὰ μὲ μαλώσεις, ἔ; Εἶχα λαγγέψει περιμένοντας νἄρθεις καὶ δὲν συγύρισα τὸ μέσα σὲ μᾶς βουλιάζει. Μὰ, ἐσὺ, μὴ στενοχωριέσαι, θὰ ξαπλώσεις ἐδῶ, σ' αὐτὴν τὴν αὐτοανανεούμενη καρδιά, θὰ σὲ σκεπάσω χάδια, θὰ σοῦ κλείσω τὰ μάτια μὲ φιλιά, θ' ἀκοῦς τοὺς χτύπους τῶν φλεβῶν μας ἀλλά, τὸ χάος, αὐτὴ τὴν φρίκη γύρω μας, δὲν θὰ ἐπιτρέψω νὰ τὴν δεῖς.
Σ' ἀγαπῶ.
-----------------------------------------------------------μὲ χοὲς στοὺς νεκροὺς ἔρωτες".


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου