Πέμπτη 16 Μαΐου 2019

Ἀπὸ τὶς Ἀναμνήσεις στὸ Λεύκωμα (Φέις-Μπούκ).

Α΄.
Οὔτε ποὺ τὸ θυμόμουν,
ὅσο καὶ νὰ...χτυπιόμουν.
Καλόν ἔτσιν ἀβουὰρ μπωκοὺ ντ' ἀναμνήσεις,
- δι' ὅ καὶ Τὸ Φέις-Μποὺκ, μεσιὲ Κλινό, ν' ἀνυμνήσεις.
 17 Μαΐου 2019.

2 Δεκεμβρίου 2010, καὶ ὥρα 9:26.
δεκαετὴς στρατηγὸς σεξουάλισε παρανόμως!
[σήμερα εἶχα τὴν πρώτη μου σεξουαλικὴ ἐπαφή,
Λόρδος Ταντρίδης*]

- Τὄκανες, αὐτό, πρὶν πάρεις, ἄτιμε, τὴν ἄδειάν μου;
- Ζητῶ, μεσιὲ Κλινό, συγγνώμη, διὰ τὴν αὐθάδειάν μου...
- Γεύτηκες ἐπιτρεπτὸν καρπὸν κι' ἀπὸ πάνω μιλᾶς;
Φτού σου! Φταίω, τώρα - ποὺ σὲ προόριζα...μ' ἄνδραν νὰ πᾶς -
νὰ μὴ σὲ στείλω, λοιπὸν, στὸ Κλινοστρατοδικεῖον;
- Μά, γιατί, μεσιὲ Κλινό!... Μοὔτυχε τρύπιον αἰδοῖον·
τἄρπαξα, τὸ γλέντησα, μ' ἄρεσε... Καὶ στὰ δικά σας!
- Σκασμός!...
- ...............Ἀνακατεύτηκα 'γὼ στὰ ἐρωτικά σας,
Ἀρχηγέ; Πάτησα πλέον τὰ δέκα μου τὰ χρόνια!
- Καὶ τί μ' αὐτό; Χρέος σου, παρθένος νἄμενες αἰώνια,
εἶχες...
- Τρίχες!
Ὁ Μπάξ*... δόξασα τὴν πατρίδαν, λέει· τὴν Ἑλλάδαν!
- Καλά, μπορεῖ νὰ σ' ἄφηνε, αὐτός, καὶ μ' ἀγελάδαν
νὰ πᾶς... - ἐσύ θὰ πήγαινες; Ἀποκρίσου, χαμένε!
- Πρᾶγμα τέτοιο, ποτέ, Κλινό μου πολυχρονεμένε!
- Ξέρεις, συγχωρῶ τῶν ἁμαρτωλῶν τὰ πρῶτα λάθη.
Ἕνα μὲ νοιάζει πιὸ πολύ. Τὸ Φόρουμ μὴν τὸ μάθει.
- Μερσὶ μπωκού! Τὴν πέννα σας, ἀφεῖστε νὰ φιλήσω!
- Ἀφίεταί σοι τὸ ἁμάρτημα! Στὴ μούρη σου θὰ χύσω
ὅλο τὸ μελάνι ποὔχει τὸ μελανοδοχεῖον...
Μόνο μὴ μάθω πὼς ἔσμιξες καὶ μ' ἆλλο αἰδοῖον!
Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.
(*) Ψευδωνυμομάχοι.
Τὸ ποίημα σατιρίζει “δήλωσιν” τοῦ Λόρδου Ταντρίδη.

Β΄.

Εξηγήστε μου γιατί δεν το πιάνω. Όταν ο Έλληνας είναι μετανάστης στη Γερμανία, θέλουμε να νιώθει Έλληνας. Όταν ο Αλβανός είναι μετανάστης στην Ελλάδα, θέλουμε πάλι να νιώθει Έλληνας. Δεν βγαίνουν τα κουκιά, παιδιά.
Ζωὴ Ρηγοπούλου.
~~~~~
Ἕλληνάς τις ξένος
κι' Ἕλλην βιδωμένος,
ἀπ' τὰ κόκκαλα βγαλμένος
κι' Ἕλλην κόμματ'-ἐμπαιγμένος.
Ἕλληνες ὑπάρχουν πολλοί,
κι' Ἕλλην εἶναι μία δόξα,
δ' ἔτι καὶ ὀλίγον...λόξα,
καμιὰ φορὰ καὶ προσβολή.

Ἐτέθη πρόβλημα μεγάλο:
ἀπ' τὸ νιονιό της πῶς θὰ βγάλω,
ποὔχει μπερδέψει τὰ κουκιά
μὲ πίτουρα; Μὲ ματσουκιά,
λέτε, νὰ τὴν βαρέσω;
Ξέρετε κἅν' ἆλλο μέσο;
Τὄχε ποτέ της ἡ Ρηγοπούλου μας ὀνειρευτεῖ,
πὼς ἀγρίως ὁ Λὸ Σκόκκο θὰ μᾶς τὴν εἰρωνευτεῖ,
ποὺ δυὸ γαϊδάρων σανὸ δὲν ξέρει
νὰ χωρίσει καὶ γνώμην νὰ ἐκφέρει;
Τί 'ν' ὁ Ἕλληνας καὶ τί 'ναι τὸ ζουμί του;
Τίς ἡ διαφορὰ τοῦ ἄνθους - ξέρει; - καὶ τοῦ βλήτου;
Ἀμφότερα φυτρώνουν - καὶ μετ' ἀπολύτου
σιγουριᾶς, τὴν βεβαιώνω
(κι' ἀκριβὰ τῆς τὸ χρεώνω):
διάφορον ἔχουν ὀμορφιὰν κι' ἀσύγκριτον ἀξίαν!
Τῆς Ζωίτσας τὸ μυαλό, κατ' ὁμολογίαν,
πάντων, ἔστιν - φεῦ!... - πολὺ ὀλίγον· καὶ δὲν ἐπαρκεῖ
πάρεξ γιὰ σκέψεως ὄντα λίαν ὀλιγαρκή.
Σιγὰ δὲ μὴ καὶ στὸν προβληματισμόν αὐτῆς δώσω ἐξηγήσεις!
Ἁπλῶς ἄς ξέρει: Ἕλληνας εἶσαι, καὶ θές; Ἴσως θαυματουργήσεις.
Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.

Γ΄.

2 Νοεμβρρίου 2010, καὶ ὥρα 12:31.
~~
κλινοσοφιστικὴ προσευχὴ
μὲ δόση μοντερνισμοῦ.

Ἄν θὲς ν' ἀκούσεις, ἄκουσε, Θεέ, μίαν παράκλησή μου.
Μὴ μὲ κολάσεις, σκέψου το, Σ' τὸ λέω, κι' εἶναι πρὸς τιμή μου:
ἔγκλημα φρικιαστικὸ κι' ἄκρως σαδιστικὸ κι' ἄν κάνω,
Σύ, μὴν μοῦ πεταχτεῖς! Μὴν κρίνεις καὶ πεῖς πὼς ἁμαρτάνω!
Δικαίωμά μου. Σὰν μαζύ Σου πιὰ δὲν ζῶ... - χωρίσαμε,
κατάλαβέ το, χώνεψέ το! Σ' εὐχαριστῶ, ζήσαμε
στιγμὲς ὄμορφες, ἐσὺ κι' ἐγώ, γλυκές, δὲν ἀμφιβάλλω.
Δὲν θὰ Σὲ πῶ κομπλεξικό, δὲν τείνω νὰ Σὲ προσβάλω.
Προτιμῶ τὰ βάρη νὰ τὰ ρίξω ὅλα στὸν ἑαυτό μου,
ἄν καὶ δὲν πιστεύω, Σ' τ' ὁρκίζομαι, κάνω τὸ Σταυρό μου,
τὸν φιλῶ, σκαρφαλώνω κι' ἀπάνω Του σεμνὰ κρεμιέμαι.
Ἀλλά, πρὶν ἀπ' τὸ "τετέλεσται", τὸν Κόσμο καταριέμαι.
Κεῖνο ποὺ δέον δὰ καὶ Σὺ νὰ καταλάβεις - καὶ μ' ἀρέσει! -
μὴν πάει χαμένη τῶν ἁμαρτωλῶν ἡ πρώτη θέση.
Γιὰ πάρτη μου χαλάλησέ την, κι' ἐγὼ νὰ τὴν κερδίσω!
Κρυφίως δεῖχνε μου Ἐσὺ στίχους ἀχρείους νὰ κουρδίσω
ἔτσι, πού: τ' ἀνάθεμα τ' ἀφορισμοῦ μετάλλειο νὰ πάρω.
Σὰν κλείσαμε ραντεβοῦ χθὲς ἐρωτικό, μὲ τὸν Χάρο,
σταράτα, μοὖπε, νὰ ντυθῶ συχωρεμένος, χωρὶς κἄν
περίβλημα κοινωνισμοῦ κι' ἄλλα τοιαῦτα σελοφάν.
Φλερτάρω κάμποσον καιρό, ξέρεις, μὲ τὸν θάνατό μου!
Μὰ τὶ Σ' τὰ λέω; Σύ, γιαχνὶ μαγείρεψες τὸ καλό μου!
Τὄχεις ἕτοιμο, ζεστό, στῆς γῆς τὸ πιάτο, μὲ κρασάκι
- ὄχι σὰν τῆς ζωῆς - φτιαγμένο μ' ἀγγελικὸ μεράκι.
Ὡστόσο, μ' ἆλλα λόγια, μὴν ξεχνιόμαστε, Πλάστη ἀκριβέ.
Ἄσε ν' ἁμαρτήσω, κι' ἄχνα μὴ βγάλεις, ὅλα νἆν' πριβέ,
τ' ἀνομήματά μου.
Κι' οὔτε στὸν παππά μου
νὰ τὰ μαρτυρήσεις!
Νὰ τὸν παρατήσεις
στὴν ἀφέλειά του, νὰ σαχλονομίζει
πὼς ἐρίφια καὶ πρόβατα χωρίζει.
Ὁ Ἰάνης, ἐννοεῖται καὶ καμάρι Σου, Λὸ Σκόκκο,
πού, μετὰ βδελυγμοῦ, τὸν ἀναμάρτητον ἐκδιώκω.

Δ΄.

 2 Δεκεμβρίου 2010, καὶ ὥρα 9:26.
Re: Χρόνια πολλὰ, μηχανικὲ ἀεροπλάνων, [....] (Ὁμοφοβικός)
* * *
ἐθνοκαθαρτήρια γενέθλια.

* * *
Ἀεροσκαφῶν μηχανικὸς εἶσαι καὶ δὲν μᾶς τὸ λές;
Μὴν τὰ...καλοφτιάχνεις! Ὑπάρχουν κομμουνιστὲς καὶ ἀδερφές,
στὸν τάφο νὰ ξαποστείλουμε...καὶ ν' ἀπαλλαγοῦμε!
(Ἀνάβοντας κεριὰ μὲ τὸν Θεὸ θὰ λογαριαστοῦμε).
Μὲ ἔξοδά μας, νὰ τοὺς στείλουμε ταξεῖδι, κάπου ἀλλοῦ,
τὸ μυαλό μας μὴ χρωστάει φράγκο πιὰ στὴ Μιχαλού.
Ἡ Μακρόνησος δὲν τοὺς χωράει,
(τουρκικὴ φρεγάτα θὰ περνάει
νύχτα καὶ μέρα θὰ τοὺς γαμάει·
μ’ ὅ,τι καθείς τους καλοπερνάει).
Κι’ ἄν θυμώσουν κι’ ἀγριέψουν - Παναγιά μου! - θ' ἀνταρτέψουν...
κι’ ἆντε πάλι, στὴν Ἑλλαδούλα θὰ μεταναστέψουν!
Νὰ μείνουμ' ὅσοι ἆντρες(!)· κι' ὅλοι σπίτι σου νὰ 'ρθοῦμε,
νὰ σοῦ ποῦμε,
- ὅσοι...ζοῦμε!
ἄρρενες καὶ καπιταλιστὲς κι' ὅ,τι γενναῖο φανταστοῦμε! -
Χρόνια Πολλὰ καὶ νὰ τὰ 'κατοστήσεις,
πρωὶ-βράδυ, πᾶντα νἄχεις στύσεις,
αἴρπορτ ἰντερνάσιοναλ τὸ κρεβάτι σου νὰ γίνει,
φτάνει πούστη καὶ κομμουνιστῆ οὔτε σκιὰ μὴ μείνει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου